Η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές της περασμένης Τρίτης, αποτελεί έναν προσωπικό του θρίαμβο και την πιο μεγάλη πολιτική επιστροφή της αμερικανικής ιστορίας. Το εύρος της νίκης, που περιέλαβε εν τέλει και τον έλεγχο του Κογκρέσου, προκάλεσε έναν πολιτικό σεισμό, οι συνέπειες του οποίου θα μας ακολουθούν για χρόνια και μας αφορούν και εμάς εδώ στην Ευρώπη.
Δεν πρόκειται για μια απλή εναλλαγή στην εξουσία, αλλά για μια αλλαγή σελίδας και μια συνολική καταδίκη του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, όπως αυτό διαμορφώθηκε μεταψυχροπολεμικά και κυβέρνησε τις ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες. Άλλωστε, η αντι-ελίτ εξέγερση, η οποία εκτόξευσε τον Ντόναλντ Τραμπ από τα δικαστικά έδρανα στο Οβάλ Γραφείο, δεν στράφηκε μόνο εναντίον των Δημοκρατικών αλλά και κατά των πατρικίων των Ρεπουμπλικάνων.
Ότι και αν πιστεύει κανείς για τον αγγελιαφόρο, θα κάνει λάθος αν προσπεράσει, αλαζονικά και υπεροπτικά, το εκκωφαντικό μήνυμα των ψηφοφόρων. Και είναι ένα μήνυμα έντονης δυσφορίας απέναντι σε ένα σύστημα εξουσίας που φάνηκε να αδιαφορεί για τη διάβρωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, ιδίως των χαμηλόμισθων, από τον πληθωρισμό.
Για την Ευρώπη, η επιστροφή Τραμπ αποτελεί μια ευκαιρία για τη γεωστρατηγική της χειραφέτηση, καθώς για χρόνια αφέθηκε να υπνοβατεί, σε έναν ολοένα και πιο ανταγωνιστικό και γεμάτο συγκρούσεις κόσμο. Το πρόβλημα είναι ότι καλείται να ανασκουμπωθεί σε μια περίοδο αμφισβήτησης των κυβερνήσεων συνολικά. Άλλωστε, η απειλή δεν είναι μόνο η Ακροδεξιά αλλά και η εμμονή κάποιων, όπως των Γερμανών Φιλελεύθερων, στον δημοσιονομικό στραγγαλισμό και, μαζί, της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις παραμένουν πιο ισχυρές από ποτέ και η ελληνική πλευρά, όπως και κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, προσβλέπει στην περαιτέρω εμβάθυνση τους. Στην Άγκυρα, που μάλλον βιάστηκαν να πανηγυρίσουν την επιστροφή Τραμπ, καλά θα κάνουν να θυμηθούν ότι ήταν ο ίδιος που εκδίωξε την Τουρκία από το πρόγραμμα των F-35 και ήταν η δική του προεδρία που ξεκίνησε τη γεωστρατηγική αναβάθμιση της Αλεξανδρούπολης, και συνέβαλε στην πολυμερή συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ, και Αιγύπτου, που σήμερα αποτελεί έναν παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.