Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Αλλιώς είχα προγραμματίσει να μιλήσω, αλλιώς είμαι αναγκασμένος και αισθάνομαι ότι πρέπει να μιλήσω, απαντώντας σε αυτά που ειπώθηκαν κυρίως από τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, τον κ. Τσίπρα.
Θέλω να δηλώσω ευθαρσώς ότι συμφωνώ μαζί του στην έκκληση για νηφαλιότητα. Πράγματι, πρέπει να είμαστε νηφάλιοι, αλλά πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και όχι υποκριτές, διότι δεν ξέρω, δεν ήταν στην Αίθουσα για να δει την Κοινοβουλευτική του Ομάδα να ασχημονεί επί ημίωρο και να μην αφήνει τη συζήτηση να διεξαχθεί. Δεν το λες και νηφάλιο. Δεν λες ότι αυτό είναι ένδειξη νηφαλιότητας. Δεν αναφέρομαι στον ίδιο προσωπικά και στη δεκαετία που πρωταγωνιστεί στη δημόσια ζωή, όπου δεν τον έχει χαρακτηρίσει η νηφαλιότητα. Αναφέρομαι σε αυτό που έγινε σήμερα εδώ, σε αυτήν την Αίθουσα. Από τη μια, η έκκληση του Αρχηγού της Αντιπολίτευσης για νηφαλιότητα και από την άλλη η Κοινοβουλευτική του Ομάδα σε εντελώς αντίθετο κλίμα. Και αφού δεν ήταν καθόλου νηφάλια, στη συνέχεια αποχώρησε από τη συζήτηση.
Επομένως, δεν το λες ούτε αυτό θεσμικό, διότι θέλω να θυμίσω, επειδή έγινε πολύς λόγος για τη χούντα, ότι το πρώτο πράγμα που έκανε η χούντα –και να μην το ξεχνάμε- ήταν να κλείσει τη Βουλή και να κλείσει τη συζήτηση στη Βουλή. Κατά συνέπεια, όποιος δεν θέλει τη συζήτηση στη Βουλή είτε φωνασκώντας, είτε αποχωρώντας, δεν υπηρετεί τον δημοκρατικό αγώνα και τον αντιχουντικό αγώνα! Να τα ξεκαθαρίσουμε λίγο τα πράγματα εδώ.
Ο κ. Συρίγος κατέθεσε τις απόψεις του και δευτερολόγησε. Υπάρχουν στα Πρακτικά. Κρίθηκε, κρίνεται και θα κριθεί γι’ αυτές. Όμως, εγώ αναρωτιέμαι γι’ αυτήν την αποστροφή ότι δεν δικαιούμαστε να ομιλούμε για την ιστορία ή να αναθεωρούμε την ιστορία. Σε ποιο καθεστώς ζούμε που δεν θα συζητάμε ελεύθερα τα πάντα ως φιλελεύθερη ευρωπαϊκή δημοκρατία που είμαστε;
Και για να το κάνω ακόμα χειρότερο για τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ, θα αναθεωρούν και θα συζητούν ξανά για την εθνική ιστορία, για το Σούλι, το κρυφό σχολειό, αλλά όχι για τα ιερά και όσια της δικιάς τους αριστερής μυθολογίας και μυθοπλασίας; Δεν το καταλαβαίνω αυτό.
Είμαστε μια ελεύθερη χώρα με ελεύθερο διάλογο όπου τα πάντα οφείλουμε να τα συζητούμε ελεύθερα και νηφάλια. Έτσι δεν είναι;
Είπε η Υπουργός ότι ολόκληρη η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι εναντίον. Δεν το κατάλαβα. Εμείς τι είμαστε; Απόφοιτος δημοσίου πανεπιστημίου και για 22 χρόνια το υπηρετώ το δημόσιο πανεπιστήμιο. Προφανώς οι πρυτάνεις των μεγαλύτερων πανεπιστημίων της χώρας –να συμπληρώσω την Υπουργό-, του Αριστοτελείου, του πολυπληθέστερου, του ΕΚΠΑ, του παλαιότερου και βεβαίως πολλών άλλων -το Οικονομικό Πανεπιστήμιο, το Χαροκόπειο κ.λπ.- συνολικά μίλησαν θετικά, ο κ. Μήτκας, πρώην Πρύτανης του Αριστοτελείου. Υπάρχει σχετική συζήτηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων.
Από ευτυχή συγκυρία τούτη την ώρα που μιλώ βρίσκονται στο κτήριο της Βουλής οι φοιτητές της Θερινής Ολυμπιακής Ακαδημίας, που κάθε χρόνο από το 2001 οργανώνω σε συνεργασία με τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού, φέτος το Χάρβαρντ, την Οξφόρδη, με τον καλό φίλο και συνάδελφο Στάθη Καλύβα. Εδώ και 21 χρόνια υπηρετούμε αυτό το όραμα της διεθνοποίησης και εξωστρέφειας του ελληνικού πανεπιστημίου, το οποίο θέλουμε να γενικευθεί, να διευκολυνθεί για να μην αντιμετωπίζει τα τεράστια εμπόδια, τα οποία εμείς αντιμετωπίσαμε από το 2001 για να το στήσουμε αυτό, ένα έργο καρδιάς χωρίς καμία υλική απολαβή, μόνο επειδή θέλουμε να προσφέρουμε στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Αυτό έρχεται να κάνει τώρα το νομοσχέδιο. Και έρχεται κάποιος να μας πει ότι η πανεπιστημιακή κοινότητα στο σύνολό της είναι εναντίον;
Προφανώς πρέπει να μιλήσουμε με το χέρι στην καρδιά και να παραδεχθούμε δύο πράγματα, χωρίς καθόλου πάθος και ένταση. Είναι δυνατόν στην Ελλάδα να έχουμε μεγαλύτερη ευελιξία στην υποχρεωτική εκπαίδευση, στα δημοτικά και στα γυμνάσια, όπου ο κάθε γονιός μπορεί να επιλέξει δημόσιο ή ιδιωτικό, ελληνόγλωσση ή ξενόγλωσση εκπαίδευση ελεύθερα και στο πανεπιστήμιο να βάζουμε τον στενότερο των κορσέδων σε μια απολύτως ξεπερασμένη, δημοσιοϋπαλληλική, κρατικοδίαιτη, κρατικίστικη, αναχρονιστική, εσωστρεφή αντίληψη για την ανώτατη παιδεία, την ίδια ώρα που συντελείται παγκόσμια κοσμογονία στο ζήτημα της ανώτατης παιδείας; Δεν χρειάζεται να εμφυσήσουμε περισσότερη ευελιξία, αυτενέργεια, πρωτοβουλίες, δυνατότητες συνεργασιών με το εξωτερικό, που αυτό κάνει το νομοσχέδιο;
Τουλάχιστον ας είμαστε συνεπείς, διότι επί ΣΥΡΙΖΑ αυτές οι δυνατότητες στα δημοτικά και στα γυμνάσια υπήρχαν. Δεν τις κατάργησε. Να μπορεί ένα παιδί να πηγαίνει σε ένα αμιγώς ξενόγλωσσο σχολείο στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Όμως, επιμένει σε αυτήν την εσωστρέφεια και σε αυτό το κλείσιμο όταν έρχεται στο πανεπιστήμιο.
Το δεύτερο που θα σας έλεγα είναι ότι εγκαλούμαστε και εγκαλείται συχνά το πολιτικό σύστημα για συνεχείς μεταρρυθμίσεις. Χρειαζόμαστε συνεχείς μεταρρυθμίσεις, προς τη σωστή βέβαια κατεύθυνση και όχι την αντιμεταρρύθμιση που ζήσαμε επί ΣΥΡΙΖΑ, διότι τα πράγματα εξελίσσονται τόσο ραγδαία και χρειάζεται διαρκής προσαρμογή στο νέο και στο σύγχρονο για το ελληνικό πανεπιστήμιο, το οποίο είναι καλό, αλλά καλό ως προς τι; Προφανώς είναι πολύ καλύτερο από τον μέσο όρο του ελληνικού δημόσιου τομέα, αλλά δεν είναι αυτός ο δείκτης και δεν είναι αυτό το κριτήριο. Έχουμε τεράστια ανάγκη να παρακολουθήσουμε τα καλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού και μπορούμε να το κάνουμε, γιατί έχουμε το υλικό. Μπορούμε να το κάνουμε αν έχουμε και το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο έρχεται αυτό το νομοσχέδιο τώρα να θεσπίσει.
Εγώ ωστόσο παραμένω κάπως επιφυλακτικός, κυρία Υπουργέ, και θα ήθελα να είμαι ειλικρινής. Στη διοίκηση, στα πέντε εξωτερικά, μακάρι να βρούμε τους καλύτερους και θα πρέπει να προσπαθήσουμε να βρούμε τους καλύτερους και θα πρέπει να δώσουμε κίνητρα στους εξωπανεπιστημιακούς καλύτερους. Δυστυχώς, όμως, η εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε καταλυτική, διότι τα προηγούμενα συμβούλια του νόμου Διαμαντοπούλου, όταν ήλθαν αυτοί του εξωτερικού, οι διαπρεπείς Έλληνες επιστήμονες, όπως θυμάστε και εσείς -και δυστυχώς οφείλω να το υπενθυμίσω- λοιδορήθηκαν, διαπομπεύθηκαν, εξευτελίστηκαν, χτίστηκαν, κάηκαν και εκδιώχθηκαν οι του Χάρβαρντ, του MIT, της Οξφόρδης από τα ελληνικά πανεπιστήμια, μην τυχόν και τα μολύνουν, διότι αυτοί είμαστε. Από τη μία ομνύουμε στην ομογένεια και στη δύναμη του ελληνισμού της διασποράς και στην ακαδημαϊκή μας κοινότητα στο εξωτερικό και από την άλλη υπάρχουν οι «κοτζαμπάσηδες» του ελληνικού συντηρητισμού, αυτοί που μιλάνε εύκολα για το δημόσιο, αλλά δεν εννοούν το δημόσιο, διότι εδώ η διαφορά μας δεν είναι μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου, είναι μεταξύ πραγματικού δημοσίου και ιδιοποιημένου δημοσίου από τα συμφέροντα και τις συντεχνίες.
Εμείς είμαστε υπέρ του πραγματικού δημόσιου συμφέροντος και όχι του ιδιοποιημένου κάποιων και γι’ αυτό παλεύουμε και αυτή είναι η πραγματική μάχη που πρέπει να δώσουμε μεταξύ δημοσίου και ιδιοποιημένου, μεταξύ εξωστρέφειας και «κοτζαμπασισμού», ο οποίος έρχεται και επανέρχεται. Πιστεύω ότι θα δυσκολευτούμε, μετά την πενταετία της καταστροφής ΣΥΡΙΖΑ και ό,τι έγινε με αυτούς τους εξέχοντες επιστήμονες στο εξωτερικό, να βρούμε στελέχη να έρθουν να μας στελεχώσουν.
Τέλος, θα ήθελα να συμπληρώσω κάτι σε αυτό που είπε ο κοινοβουλευτικός μας εκπρόσωπος. Τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα με την άμεση, ευθεία παρέμβαση στη δικαιοσύνη και την κατάλυση κάθε έννοιας κράτους δικαίου που είχαμε και από τον Αλέξη Τσίπρα και από τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ, διότι δεν είναι απλώς ότι η αναστολή έγινε με δικιά τους διάταξη, την παράγραφο 8 στο άρθρο 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Είναι ότι μας αναγκάζουν να θυμίσουμε ότι αυτός ο Κώδικας ψηφίστηκε την 1η Ιουλίου του 2019, ότι οι εκλογές μετατέθηκαν μία εβδομάδα και αντί να γίνουν στις 30 Ιουνίου του 2019, έγιναν στις 7 Ιουλίου του 2019, για να αλλάξει ο Ποινικός Κώδικας, ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, και έρχονται σήμερα και έχουν το θράσος τη δική τους διάταξη την οποία ψήφισαν παραμονές της αποχώρησής τους από την εξουσία, να μας εγκαλούν εμάς και να διαπομπεύουν το κράτος δικαίου της χώρας μας για μικροκομματικό και μόνον όφελος.
Σας ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.