Ολόκληρη η ομιλία μου στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση και ψήφιση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου: «Βελτίωση της μεταναστευτικής νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (Α΄ 169), 4375/2016 (Α΄ 51), 4251/2014 (Α΄ 80) και άλλες διατάξεις»:
«Κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα και εγώ με τη σειρά μου να εκφράσω τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια στην οικογένεια του Δημήτρη Κρεμαστινού, ο οποίος τίμησε την ιατρική επιστήμη, την ακαδημαϊκή κοινότητα και την πολιτική, τη δημόσια ζωή στην πατρίδα μας όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Θα συνεχίσω με ένα δεύτερο προκαταρκτικό σχόλιο πριν μπω στην ουσία περί του μεταναστευτικού, γιατί παρακολουθώντας τη συζήτηση και το πρωί και τώρα το απόγευμα και βράδυ, αισθάνθηκα ότι βρίσκομαι σε αντεστραμμένο κόσμο και θέλω ειδικά να μιλήσω ένα λεπτό γι’ αυτό.
Αύριο είναι η 9η Μαΐου και ολόκληρη η Ευρώπη γιορτάζει την Ημέρα της Ευρώπης, την Διακήρυξη του Ρομπέρ Σουμάν του 1950, εβδομήντα χρόνια μετά. Είναι η θεμελιακή διακήρυξη που δημιούργησε την Ενωμένη Ευρώπη, το μεγαλύτερο επίτευγμα των ευρωπαϊκών λαών μεταπολεμικά και ένα από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως.
Νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε, οι περισσότεροι τουλάχιστον, και πιστεύω έτσι κι αλλιώς αυτά είναι και τα αισθήματα της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού που παραμένει φιλοευρωπαϊκός. Η Ελλάδα έχει συμμετάσχει σε αυτό το εγχείρημα ήδη από τη δεκαετία του 1950 με τον αείμνηστο διορατικό ιδρυτή της παράταξής μας Κωνσταντίνο Καραμανλή και βεβαίως έγινε μέλος το 1981. Δεν πρέπει να το λησμονούμε.
Βεβαίως, γιορτάζουμε και τα εβδομήντα πέντε χρόνια από τη νίκη των Συμμάχων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη -και αυτό σημαντικό- και αποτίουμε τον φόρο τιμής στους Αμερικανούς που απελευθέρωσαν την Ευρώπη από τον ναζισμό, στους Βρετανούς και στον μεγάλο γερόλυκο Τσώρτσιλ, οι οποίοι συμμετείχαν αποφασιστικά μόνοι τους για ένα διάστημα μαζί με εμάς τους Έλληνες ενάντια στον ναζισμό και βέβαια στον μεγάλο σοβιετικό λαό και στρατό που πλήρωσε το βαρύτερο φόρο αίματος αναμφισβήτητα.
Ωστόσο, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε με ένα παράδοξο. Ξεκίνησε την 1η Σεπτεμβρίου 1939 για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της Πολωνίας και τέλειωσε το 1945 χωρίς αυτή η ανεξαρτησία να αποκατασταθεί. Απεκαταστάθη η ανεξαρτησία της Πολωνίας και των λοιπών όμορων πρώην ανατολικο-ευρωπαϊκών λαών σαράντα χρόνια αργότερα εντός της Ενωμένης Ευρώπης πια από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά.
Οι δύο επέτειοι 1945 και 1950, υπό αυτή την έννοια, είναι συμπληρωματικοί. Μόνο το 1945 δεν αρκεί. Η Ενωμένη Ευρώπη είναι που φέρνει πραγματικά την ήττα και αυτή είναι η άποψη και η δική μου και της παράταξης μου και της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, ασχέτως του τι ακούστηκε εδώ προνομιακά ήδη από το πρωί.
Και εν πάση περιπτώσει, δεν είναι μόνο η ιστορική αλήθεια, αλλά είναι και το συμφέρον του ελληνικού λαού. Διότι, κακά τα ψέματα, για να χτίσουμε αυτό το ευρωπαϊκό σπίτι και στον τομέα της μετανάστευσης, δεν θα πρέπει να είμαστε προσβλητικοί απέναντι στην ιστορία των υπολοίπων ευρωπαϊκών λαών. Δώδεκα από αυτούς τους λαούς σε σύνολο είκοσι έξι, οι πρώην ανατολικο-ευρωπαϊκοί και βεβαίως μεγάλο μέρος του γερμανικού λαού, αισθάνεται ότι το 1945 δεν απελευθερώθηκε, αλλά ξανά υποδουλώθηκε μέχρι την πτώση του Τείχους του Βερολίνου του 1989
Κι επειδή εγώ σέβομαι τα αισθήματα και των Πολωνών και των Τσέχων και των Σλοβάκων και των βαλτικών χωρών και των Βούλγαρων και των Ρουμάνων και των υπολοίπων με τους οποίους συνυπάρχουμε σε αυτό το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι και αν θέλουμε να συνυπάρξουμε και να προχωρήσουμε την Ευρώπη όλοι μαζί, θα πρέπει να δείξουμε τον δέοντα σεβασμό και ευαισθησία απέναντι σε όλους αυτούς.
Η σημερινή συζήτηση για το νομοσχέδιο για το μεταναστευτικό γίνεται υπό το φως της μεγάλης επιτυχίας του Έβρου και της μεγάλης επιτυχίας του εκμηδενισμού των ροών και στον Έβρο και στο Αιγαίο. Η Ελλάδα απέδειξε ότι έχει σύνορα και μπορεί και τα φυλάσσει υπό την κατάλληλη ηγεσία και αυτό είναι το σημαντικό.
Ένα πράγμα που υποτιμούμε στη συζήτηση είναι η γεωστρατηγική διάσταση του μεταναστευτικού, ειδικά για την Ελλάδα. Δεν ακούστηκαν αρκετά ούτε στη συζήτηση της Επιτροπής ούτε εδώ σήμερα. Η Ελλάδα δεν είναι ούτε Ισπανία ούτε Ιταλία. Έχει έναν πολύ κακό γείτονα δίπλα, την Τουρκία, ο οποίος εργαλειοποιεί και χρησιμοποιεί το μεταναστευτικό.
Κατά συνέπεια, χαζοχαρούμενες αφέλειες στο ζήτημα αυτό -ένας λόγος παραπάνω- δεν χωρούν. Το έχουμε πει ξανά -το έχει πει και ο Πρωθυπουργός μας- ότι είμαστε φιλελεύθεροι και ανθρωπιστές, αλλά δεν είμαστε αφελείς. Και, βεβαίως, δεν είμαστε και υποκριτές να παριστάνουμε τους ιδεαλιστές και μετά υπό την πίεση της Ευρώπης να υπογράφουμε ό,τι μας φέρνουν, όπως έγινε το φθινόπωρο του 2015 με τον Αλέξη Τσίπρα. Ένας λόγος παραπάνω, διότι η πανδημία του κορωνοϊού ενδεχομένως να αυξήσει τις παγκόσμιες ανισότητες, την παγκόσμια φτώχεια στον Τρίτο Κόσμο και να δημιουργήσει νέα κύματα μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη μέσω της Ελλάδας και, άρα, χρειάζεται επιπλέον προσοχή.
Επειδή μου αρέσει η γλώσσα της αλήθειας, θα ήθελα να πω και δύο σημεία τα οποία βρίσκω αδύναμα. Το ένα έχει να κάνει με την επανανομοθέτηση λίγους μόνο μήνες μετά την πρώτη νομοθέτηση. Θα πρέπει αυτό να το προσέξουμε. Δεν μπορεί να φέρνουμε νομοσχέδια και να ξαναφέρνουμε να διορθώνουμε αυτά που κάναμε τον Νοέμβριο. Αυτό είναι ένα ζήτημα. Καταλαβαίνω ότι οι συνθήκες αλλάζουν, καταλαβαίνω ότι πρέπει να τα δούμε στην πράξη, αλλά είναι ένα ζήτημα.
Το δεύτερο σημείο είναι το ζήτημα των επιστροφών, το οποίο είναι ένα αδύναμο σημείο. Αναφορικά με τις επιστροφές, κακά τα ψέματα, αυξήσαμε κάθετα τον αριθμό εκδίκασης των αιτήσεων ασύλου, μηδενίσαμε τις ροές, έχουμε πετύχει πάρα πολλά, αλλά πρέπει και στο ζήτημα των επιστροφών να επιμείνουμε.
Κλείνω, συγχαίροντας τους δύο άξιους συναδέλφους, τον Υπουργό κ. Μηταράκη και, κυρίως τον Αναπληρωτή -θα μου το επιτρέψετε αυτό, διότι προέρχεται από τον δικό μου τομέα, τον Βόρειο Τομέα Αθηνών- τον Γιώργο, οι οποίοι έχουν σηκώσει ένα πάρα πολύ μεγάλο βάρος και οι οποίοι έχουν κληθεί να πετύχουν κάτι πάρα πολύ σημαντικό, τον ρεαλισμό με τον φιλελευθερισμό, κάτι πολύ σημαντικό για την παράταξή μας, για την Ελλάδα και τη θέση της στην Ευρώπη, αλλά και για την ίδια την Ευρώπη, εάν δηλαδή μπορεί να υπάρξει μέση οδός μεταξύ των ουτοπιστών, αφελών, ιδεαλιστών, ιδεοληπτικών -βάλτε όποιο επίθετο θέλετε- και των ακραίων που δεν θέλουν, απορρίπτουν τα πάντα και θέλουν μία Ευρώπη σιδερόφραχτη.
Σ’ αυτό το σημείο σημειώνω με ιδιαίτερη χαρά κάτι που δεν ειπώθηκε -και το λέω και στο Σώμα- ως μέλος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, εκπροσωπώντας την ελληνική Βουλή. Σημειώνω την πολύ πρόσφατη -πριν από δύο μέρες- εγκωμιαστική έκθεση του ραπορτέρ της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα προχώρησε τους τελευταίους μήνες στην προστασία των ευάλωτων από τα νησιά προς την ενδοχώρα και των ασυνόδευτων παιδιών. Είναι και αυτό μία ακόμα νίκη. Προστατεύουμε τα σύνορα, αλλά προστατεύουμε και την ανθρώπινη αξιοπρέπει.
Συγχαρητήρια, λοιπόν, στους δύο που καλούνται να σηκώσουν αυτό το πολύ βαρύ φορτίο. Συνεχίζουμε έτσι. Και, βεβαίως, ψηφίζω με ενθουσιασμό και εγώ το παρόν νομοσχέδιο.
Σας ευχαριστώ».