Η Τουρκία του Ερντογάν τελεί σε κρίση υπερέκτασης, τόσο στο εσωτερικό, όπως, για παράδειγμα, στην οικονομία, με τον υπερβολικό δανεισμό και την κατρακύλα της τουρκικής λίρας, όσο και στο εξωτερικό.
Στο εξωτερικό, η υπερέκταση αφορά τη «γαλάζια πατρίδα» και τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου σε βάρος των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Όμως, περιλαμβάνει και μια ευρύτερη επιδίωξη: τον έλεγχο μιας κεντρικής αρτηρίας του παγκόσμιου εμπορίου, που συνδέει τον Ινδικό Ωκεανό με τη Μεσόγειο, δηλαδή την Ασία με την Ευρώπη, μέσω της Ερυθράς Θάλασσας, του Σουέζ και τη Βόρειας Αφρικής. Η παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη και η μεγάλη στρατιωτική της βάση στη Σομαλία και αλλού, αυτή τη φιλοδοξία εξυπηρετεί. Η Τουρκία επιδιώκει να ελέγξει όχι μόνο τις νότιες διόδους της Ευρώπης αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της, μέσω τόσο των Τούρκων μεταναστών, σε χώρες όπως η Γερμανία, όσο και μέσω της εργαλειοποίησης των προσφύγων και της απειλής πρόκλησης μιας νέας προσφυγικής κρίσης.
Ταυτόχρονα, με τις συνεχείς επεμβάσεις της σε αραβικές χώρες, η Τουρκία επιχειρεί να ηγεμονεύσει τη Μέση Ανατολή. Μετά το Ιράκ ακολούθησε η Συρία, σήμερα η Λιβύη και αύριο, ενδεχομένως, ο Λίβανος. Παράλληλα, στο ιδεολογικό μέτωπο, προβάλλει, χάρη στην πλουσιοπάροχη χρηματοδότηση του Κατάρ, την εναλλακτική ενός ανελεύθερου «ισλαμιστικού λαϊκισμού», με την επίφαση εκλογών, που επιχειρεί να φέρει σε δύσκολη θέση τόσο τις μοναρχίες όσο και τις στρατιωτικές δικτατορίες της Μέσης Ανατολής.
Όλα αυτά αποδεικνύουν έναν μεγαλο-ιδεατισμό, πρωτόγνωρο για την Τουρκική Δημοκρατία. Το βέβαιον είναι ότι η τουρκική ισχύς δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε αυτές τις φιλοδοξίες. Η τουρκική οικονομία έχει μέγεθος μικρότερο της ολλανδικής. Η τουρκική λίρα έχει χάσει το 20% της αξίας της από την αρχή του έτους. Η αντι-μεταρρύθμιση του Ερντογάν, μετά το 2013, εγγυάται την καθήλωση της Τουρκίας σε ένα διεφθαρμένο παρακράτος των κολλητών. Πολλά από τα καλύτερα μυαλά της χώρας έχουν μεταναστεύσει στη Δύση για να γλιτώσουν από την καταπίεση των Ισλαμιστών.
Το σπουδαιότερο είναι ότι η πολιτική του Ερντογάν έχει προκαλέσει έναν ευρύ αντι-τουρκικό συνασπισμό (στον αραβικό κόσμο, το Ισραήλ, τη Γαλλία και σε μεγάλο μέρος της αμερικανικής πολιτικής), τον οποίο εμείς έχουμε κάθε συμφέρον να εμβαθύνουμε και να διευρύνουμε. Η αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής χρειάζεται αποφασιστικότητα με ψυχραιμία, μυαλό και όχι συναίσθημα, στρατηγική και όχι παρόρμηση. Απαιτεί συμμαχίες και ένα νέο αφήγημα για το πρόβλημα «Τουρκία» διεθνώς. Η Τουρκία του Ερντογάν είναι δύναμη αντι-ευρωπαϊκή και αντι-δυτική. Με όρους κατανοητούς στην Ουάσιγκτον, στην καλύτερη περίπτωση συμπεριφέρεται όπως το Πακιστάν και στη χειρότερη όπως το Ιράν. Η αλήθεια είναι ότι οι ακρότητες του Ερντογάν βοηθούν την ελληνική προσπάθεια.
Πριν από 70 περίπου χρόνια, ο Τζωρτζ Κένναν θεμελίωνε την αμερικανική στρατηγική της ανάσχεσης της σοβιετικής απειλής, βασίζοντάς την στην αποφασιστική, ψύχραιμη, έξυπνη και στοχευμένη αντιμετώπιση της Σοβιετικής Ένωσης, χωρίς τις υπερβολές των αντικομουνιστών σταυροφόρων της αμερικανικής πολιτικής. Η στρατηγική του, αν και οι ΗΠΑ δεν την ακολούθησαν πάντοτε, εν τέλει δικαιώθηκε.
Η Τουρκία είναι ένα πρόβλημα για τον μακρύ χρόνο. Η διαχείρισή του και, ακόμα περισσότερο, η επίλυσή του θα χρειαστεί υπομονή, επιμονή και μια διαρκή εφευρετικότητα από μέρους μας. Όπως συνήθιζε να λέει ο δάσκαλος και, αργότερα, φίλος και συνάδελφος Θόδωρος Κουλουμπής, στον οποίο οι μελετητές των διεθνών σχέσεων στην Ελλάδα οφείλουν πολλά, χρειάζεται ο Αχιλλέας αλλά και ο Οδυσσέας. Άλλωστε την Τροία την κατέκτησε ο Οδυσσέας με την πονηριά του.