Η ομιλία μου στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων στο πλαίσιο της συζήτησης για την κύρωση του προϋπολογισμού για το 2020:
“Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Συζητούμε σήμερα τον προϋπολογισμό του 2020 υπό το βάρος των απαράδεκτων και προκλητικών ενεργειών και δηλώσεων της Τουρκίας. Επιτρέψτε μου ένα αρχικό σχόλιο γι’ αυτό το θέμα, που συνδέεται και με τον προϋπολογισμό.
Πέρα από τις πάγιες τουρκικές διεκδικήσεις, φαίνεται ότι έχουμε να κάνουμε με έναν εντεινόμενο τουρκικό αναθεωρητισμό ενός αυταρχικού ηγέτη, ο οποίος εκμεταλλεύεται τη σύγχυση στο διεθνές σύστημα, είτε στη Μέση Ανατολή, είτε στις Ηνωμένες Πολιτείες, είτε στην Ευρώπη, για να συνομιλήσει, όπως λέει ο ίδιος, με την ιστορία ενόψει της εκατονταετηρίδας της ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας και της Συνθήκης της Λωζάνης το 2023 και να καταστήσει τη χώρα του τη μεγάλη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελληνική Κυβέρνηση, πέρα από τις άμεσες πρωτοβουλίες που λαμβάνει και που έχουν ήδη απτά αποτελέσματα, βλέπει και το ευρύτερο ζήτημα της αποτροπής. Αυτό πρέπει να έχουμε πάντοτε στο μυαλό μας, την εθνική αποτροπή. Δεν υπάρχει εθνική αποτροπή, δίχως οικονομική ισχύ. Και οικονομική ισχύ φέρνει ο προτεινόμενος προϋπολογισμός, ο οποίος προβλέπει ανάπτυξη πολύ μεγαλύτερη απ’ αυτήν που συνηθίσαμε τα προηγούμενα χρόνια, στο 2,8%.
Πριν μπω στα του προϋπολογισμού, το σχόλιό μου ως προς τα τουρκικά είναι ότι δεν χωρά και δεν επιτρέπεται ούτε εφησυχασμός και αμεριμνησία, αλλά ούτε και εθνικολαϊκιστική εκμετάλλευση και πατριδοκαπηλία. Και απευθύνομαι σε όλες τις πτέρυγες της Βουλής, ιδίως, εάν θέλετε, λόγω ενός προηγούμενου σχολίου που ακούστηκε για εμένα στην Ελληνική Λύση και να θυμίσω ότι η πατριδοκαπηλία υπήρξε πάντοτε το καταφύγιο κάθε μικροπολιτικού απατεώνα. Εάν θέλετε να κάνουμε την κουβέντα για την Τουρκία και τη στρατηγική, να την κάνουμε σοβαρά και υπεύθυνα.
Ο προϋπολογισμός του 2020 ενισχύει την οικονομική ανάπτυξη, όπως είπα πριν, στο 2,8%. Είναι αλήθεια ότι όλοι οι προηγούμενοι προϋπολογισμοί της προηγούμενης τετραετίας είχαν πέσει έξω στο ζήτημα της ανάπτυξης. Είχαν ανάπτυξη περίπου τη μισή απ’ ό,τι οι ίδιοι προέβλεπαν. Αυτό που χαρακτήρισε την τετραετία ΣΥΡΙΖΑ ήταν η υπεραπόδοση στα δημοσιονομικά με τα περίφημα υπερπλεονάσματα και υποαπόδοση στην ανάπτυξη ως αποτέλεσμα του σφιχτού χαλινού, του κοντού χαλιναριού, που μας επιβλήθηκε μετά την καταστροφή και την τραγωδία του 2015 και την εξανέμιση κάθε ίχνους εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία. Το παράδοξο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ -ένα από τα πολλά- ήταν και αυτό: Εκλέχθηκε για να ανατρέψει τη λιτότητα και εν τέλει με τα υπερπλεονάσματα και την υποαπόδοση της ανάπτυξης, την ενέτεινε και επέβαλε πιο άγρια λιτότητα.
Με ρυθμό 1,4% που μας κληρονομήσατε στο πρώτο τρίμηνο του 2019, που είναι και το τελευταίο καθαρό τρίμηνο ΣΥΡΙΖΑ πριν τις ευρωεκλογές και την ανάνηψη της εμπιστοσύνης που η νίκη της Νέας Δημοκρατίας έφερε, θα χρειαζόμασταν τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια, για να γυρίσουμε στο 2008. Θα σερνόμασταν, δηλαδή, συνολικά για περίπου είκοσι πέντε χρόνια. Αυτό πρέπει να το αποφύγουμε, δεν πρέπει να πέσουμε σ’ αυτήν την παγίδα. Αυτό επιχειρεί ο παρών προϋπολογισμός.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να ξεπεράσει την κριτική που του γίνεται για την τετραετία του, βρίσκει καταφύγιο στο 2009 και αναφέρεται διαρκώς και με επιμονή στις ευθύνες του παλαιού πολιτικού κόσμου, οι οποίες είναι αναμφισβήτητες. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτοί που διακυβέρνησαν πριν από το 2009 έχουν μεγάλες ευθύνες. Όμως, για να είμαστε δίκαιοι και ειλικρινείς, υπήρξαν πολλές φορές, αρκετές φωνές, από τον αποκαλούμενο από εσάς παλαιό πολιτικό κόσμο, που προειδοποιούσαν και επέμεναν για μία άλλη πορεία. Δεν θυμάμαι καμία τέτοια φωνή να προέρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι πολιτικοί του προπάτορες λειτούργησαν μέχρι το 2009 και μετά, όχι ως δύναμη ανάσχεσης, αλλά ως δύναμη επιτάχυνσης του δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Για κάθε ένα ευρώ που έδιναν οι παλαιοί ως παροχή, εσείς ζητούσατε δέκα. Άρα, είναι τουλάχιστον υποκριτικό και παραπλανητικό να κατηγορείτε συλλήβδην τον παλιό πολιτικό κόσμο για χρεοκοπία, βγάζοντας έξω τις δικές σας ευθύνες για την πορεία. Και δεν αναφέρομαι στα διάφορα στελέχη που πήρατε από το παλιό πολιτικό σύστημα, τα οποία σήμερα κατηγορούν τους εαυτούς τους, κατηγορώντας το παλιό πολιτικό σύστημα και όλη αυτήν την υποκρισία.
Στη συνέχεια, κάνατε ένα δεύτερο μεγάλο άλμα στη λογική, συγχωνεύοντας την περίοδο 2009 με το 2015. Για να το ξεκαθαρίσουμε, η χώρα υπέστη μία μεγάλη πτώση από το 2009 έως το 2013. Από το 2013 και μετά σέρνεται με ένα ΑΕΠ γύρω στα 180 δισεκατομμύρια. Το ελατήριο, που τόσο είχε συμπιεστεί την περίοδο 2009-2013, φάνηκε να εκτινάσσεται προς τα εμπρός το 2014, επιστρέφοντας στην ανάπτυξη.
(ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΙΠΡΑΣ, ΣΥΡΙΖΑ): Αυτό είναι εκτίναξη;
Να σας θυμίσω, κύριε Τσίπρα, ότι το 2013 είχαμε -8% συν 0,7%. Αυτό είναι οκτώ μονάδες. Αν οκτώ μονάδες δεν είναι εκτίναξη, τι είναι; Για να είμαι ακριβής 8,7%
Ήρθατε, λοιπόν, εσείς και συμπιέσατε ξανά το ελατήριο και έκτοτε σερνόμαστε μ’ αυτούς τους αναιμικούς ρυθμούς.
Η άνοδος στην εξουσία της Νέας Δημοκρατίας ήδη έχει προσθέσει τουλάχιστον 0,5% στον ρυθμό ανάπτυξης της χώρας. Έχει να κάνει με την ψυχολογία, έχει να κάνει με τα μέτρα ελάφρυνσης της φορολογίας, έχει να κάνει με το φιλοεπενδυτικό κλίμα το οποίο θέλουμε και διαρκώς καλλιεργούμε.
Το βασικό, το μείζον, είναι οι επενδύσεις. Δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς επενδύσεις. Να θυμίσω στην Ελληνική Λύση και τους υπόλοιπους ότι στην Τουρκία έχουμε 300 δισεκατομμύρια επενδύσεις τον χρόνο όταν στην Ελλάδα έχουμε μόλις και μετά βίας 23 δισεκατομμύρια. Κάτω από το 1/10.
Το 2018 υπήρξε καταστροφικό για τις επενδύσεις. Οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ κάνουν ένα τρίτο μεγάλο άλμα λογικής αναφερόμενοι διαρκώς στις ξένες επενδύσεις οι οποίες πράγματι αυξήθηκαν το 2018, κυρίως λόγω της Fraport και άλλων ξένων επενδύσεων τις οποίες ως Αντιπολίτευση είχαν πολεμήσει. Όμως οι συνολικές επενδύσεις, που είναι και το σημαντικό, μειώθηκαν. Μειώθηκαν στο χαμηλότερο επίπεδο μεταπολεμικά και είναι οι χαμηλότερες ως ποσοστό στην Ευρώπη. Άρα, από το 13% και το 12% του ΑΕΠ πρέπει να πάμε στο 20% και στο 22%. Χρειαζόμαστε επενδύσεις.
Επειδή η ιδιωτική αποταμίευση στη χώρα μας –επενδύσεις ίσον αποταμίευση- είναι αρνητική και παραμένει αρνητική, η μόνη πηγή κεφαλαίων είναι η ξένη αποταμίευση, δηλαδή οι ξένες επενδύσεις. Εκεί πρέπει να επικεντρωθούμε για να κάνουμε τη χώρα μας πιο ελκυστική γι’ αυτές τις ξένες επενδύσεις, χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να έρθει η ανάπτυξη. Εκεί, πέρα από τα φορολογικά μέτρα κι όλα αυτά που αποτυπώνονται στον προϋπολογισμό, χρειαζόμαστε μεγάλες τομές και μεταρρυθμίσεις σε μια σειρά από τομείς, όπως είναι η παιδεία.
Έρχεται η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και η δική σας απάντηση στις προκλήσεις ήταν πως θα ιδρύσετε τέταρτη νομική. Αυτό ήταν το μεγάλο ζήτημα της ελληνικής ανώτατης παιδείας καθώς και το πως θα προσαρμοστεί στην τεχνητή νοημοσύνη και τις τεράστιες τεχνολογικές αλλαγές που έρχονται. Πώς θα φτιάξουμε τέταρτη νομική για να εξυπηρετήσουμε τα μικροπολιτικά, μικροτοπικιστικά συμφέροντα εκεί.
Άλλος τομέας είναι η δικαιοσύνη και η μεγάλη μεταρρύθμιση για την επιτάχυνσή της. Γιατί χωρίς ασφάλεια δικαίου και γρήγορη εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων κανένας σοβαρός επενδυτής δεν πρόκειται να έρθει.
Ο προϋπολογισμός είναι ένα βήμα. Δεν είναι η πλήρης λύση του ελληνικού προβλήματος. Είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση και υπό αυτό το πνεύμα θα τον ψηφίσουμε αύριο το βράδυ.
Σας ευχαριστώ πολύ, κυρία Πρόεδρε”.