Με αφορμή τη συζήτηση για τον αναπτυξιακό νόμο, δύο κρίσιμες επισημάνσει: Θράκη και κρατικές ενισχύσεις
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία μου:
Σας ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Ομολογώ ότι όταν ακούω τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ να μιλούν για πολιτικούς που γίνονται ανέκδοτο, τους ακούω με προσοχή. Γιατί έχουν μεγάλη εμπειρία στον τομέα αυτό. Και εμπειρία η οποία περνά τα σύνορα της χώρας αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι ένας όρος, ο όρος κωλοτούμπα, το 2015 έγινε international. Έγινε διεθνής. Διεθνές το ανέκδοτο ΣΥΡΙΖΑ και Αλέξη Τσίπρα το 2015 σε όλη την Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Επειδή άκουσα και τον προλαλήσαντα και τον αρχηγό του να μιλάνε για ανέκδοτα, νομίζω ότι λίγη αυτοκριτική και λίγη αυτογνωσία δεν βλάπτει.
Έχουμε πολλά και σημαντικά να πούμε για τα αναπτυξιακά. Και είπαμε. Αναρωτιέμαι πόσο Πολάκη και πόσο «πολακισμό» αντέχει η ζωή μας. Δεν θα μπω στην ουσία. Θεωρώ ότι από ένα σημείο και μετά είναι πραγματικά εξευτελιστικό για όλους μας να αναλωνόμαστε γύρω από τον αψύ των Σφακίων. Χωρίς να μπαίνω στην ουσία αναρωτιέμαι πραγματικά με καλή διάθεση προς τους συναδέλφους του ΣΥΡΙΖΑ, πιστεύουν πραγματικά ότι αν αυτή είναι η διαχωριστική γραμμή, η πλειοψηφία του ελληνικού λαού θα είναι “με τον Παύλο” και με αυτού του τύπου τη συμπεριφορά; Πιστεύουν ότι έχουν να κερδίσουν από αυτό; Ή περιχαρακώνονται σε μια μειοψηφία που δεν οδηγεί πουθενά και τους ίδιους; Αφήστε την ουσία, το αξιακό, αισθητικό, ιδεολογικό, πολιτικό χάσμα. Τους συμφέρει; Σας συμφέρει; Αναρωτιέμαι.
Ακούσαμε πολλά εκτός θέματος. Δεν θα απαντήσω και δεν θα μπω σε όλα αυτά. Θα επιμείνω στα αναπτυξιακά. Θα επιμείνω στα αναπτυξιακά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, διότι πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Η χώρα μας βγαίνει από μια δεκαετία επενδυτικής καθίζησης, πρωτοφανούς και μοναδικής. Το ποσοστό των επενδύσεων το 2019 που παρέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ στη νέα κυβέρνηση ήταν με διαφορά το χαμηλότερο στην Ευρώπη. Τεράστιο το επενδυτικό χάσμα της δεκαετίας πίσω. Είχαμε μια δεκαετία αποεπένδυσης όπου ο αριθμός των επενδύσεων δεν έφτανε για να αναπληρώνει τις αποσβέσεις. Αυτό σε συνδυασμό με τη δημογραφική συρρίκνωση, άρα λιγότεροι εργαζόμενοι και με χαμηλότερη παραγωγικότητα οι εναπομείναντες λόγω της αποεπένδυσης, σημαίνει συρρίκνωση του ΑΕΠ. Σημαίνει συρρίκνωση της οικονομίας. Και αυτό πρέπει να αντιστραφεί.
Έχουν γίνει σημαντικότατα βήματα. Ήδη το 2021 μέσα στην πανδημία καταγράφεται πολύ μεγάλη αύξηση των επενδύσεων και ήδη ανακοινώσεις για τις μεγάλες ξένες επενδύσεις σε τομείς αιχμής μας γεμίζουν αισιοδοξία: της Pfizer, της Deloitte, της JP Morgan, τώρα και της Facebook. Υπάρχει σε κανενός το μυαλό αμφιβολία ότι η JP Morgan δεν θα ερχόταν στην Ελλάδα, αν ήταν ο Αλέξης Τσίπρας στην εξουσία; Νομίζω κανένας. Προϋποθέτει μια άλλου τύπου κυβέρνηση, ένα άλλου τύπου κλίμα, μια άλλου τύπου πολιτική, για να προσελκύσεις αυτές τις επενδύσεις για πρώτη φορά και για να αποτιμήσεις ελληνικές επιχειρήσεις που μέχρι χθες πολύ λίγοι γνώριζαν σε αξία 1 και 2 και 3 δισεκατομμύρια. Για να αποκτήσεις αυτήν την υπεραξία χρειάζεσαι μια άλλη πολιτική και σίγουρα όχι τα ήξεις αφήξεις, τους κλαυθμούς και οδυρμούς που ζήσαμε τεσσεράμισι χρόνια μέχρι το 2019.
Η ανάπτυξη είναι πολυπαραγοντική. Λέω μια κοινοτυπία. Και είναι προφανές ότι ο αναπτυξιακός νόμος είναι απλώς ένα εργαλείο. Από μόνος του δεν αρκεί. Χρειάζονται πάρα πολλά άλλα. Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις. Χρειάζεται ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλον. Χρειάζονται πολλά. Χρειάζεται ο κεφαλαιϊκός πυλώνας στο ασφαλιστικό που εμείς εισαγάγαμε για πρώτη φορά προκειμένου να τονώσουμε την ιδιωτική αποταμίευση. Όμως έχει ρόλο και δείχνει τις προτεραιότητες και τις κατευθύνσεις της κυβέρνησης. Υπό αυτήν την έννοια, κύριε Υπουργέ, σας συγχαίρω για αυτό το ολοκληρωμένο νομοσχέδιο, τα καλά του οποίου αναλύσατε κι εσείς, αναλύθηκαν και από τους συναδέλφους της Συμπολίτευσης κατά κόρον και δεν θα επιμείνω σε αυτά για να μην επαναληφθώ.
Θέλω ωστόσο να επικεντρώσω τα εναπομείναντα δύο λεπτά σε δύο ζητήματα. Το πρώτο έχει να κάνει με τις περιφερειακές ανισότητες. Ως συντονιστής οικονομικών της διακομματικής επιτροπής για την ανάπτυξη της Θράκης θα ήθελα να σας καλέσω να δούμε την ενίσχυση μέσα από τον νομό και τις περιφέρειες της Θράκης. Έχουμε κάνει τις κουβέντες και είμαι βέβαιος ότι το ακούτε με συμφωνία. Είναι μια πολύ ευαίσθητη περιφέρεια, παραμεθόρια, δίπλα στην Τουρκία, με δημογραφικό πρόβλημα, μια σειρά από άλλα προβλήματα τα οποία αναλύσαμε διεξοδικά στις συζητήσεις που είχαμε και εντέλει καταγράψαμε στο πόρισμα της επιτροπής.
Το δεύτερο έχει να κάνει με τις κρατικές ενισχύσεις. Είναι μια συζήτηση που πρέπει να αρχίσει στην Ελλάδα. Το ζήτημα των κρατικών ενισχύσεων βγήκε πάρα πολύ μπροστά τον καιρό της πανδημίας όπου χρειάστηκε να ληφθούν μέτρα και όπου η κρατική παρέμβαση αυξήθηκε σημαντικά για να στηριχθεί η οικονομία. Το τι επιτρέπεται και τι δεν επιτρέπεται από ένα σημείο και μετά είναι και ζήτημα διαπραγμάτευσης.
Η ΚΕΜΚΕ η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων του Υπουργείου Οικονομικών πρέπει να ενισχυθεί. Υπάρχουν άτομα εκεί που κάνουν τη δουλειά τους και με μεγάλη αυταπάρνηση. Ωστόσο δεν υπάρχει αμφιβολία, στο δικό μου το μυαλό από την εμπειρία που είχα αυτά τα δύο χρόνια, ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Είχαμε σήμερα το πρωί μια συζήτηση στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, όπου εγώ προήδρευα με τον αρμόδιο αναπληρωτή Υπουργό, τον κ. Βαρβιτσιώτη. Συζητήσαμε για τα μεγάλα, για τα σημαντικά, για τα διακυβεύματα στην Ευρώπη. Πρέπει κάποτε να μάθουμε να συζητάμε για τα μικρά τα λιγότερο ελκυστικά τις λεπτομέρειες και τις υποσημειώσεις και να δίνουμε τις μάχες όπως αυτή η κυβέρνηση της δίνει για να φέρνει υπέρ του εθνικού συμφέροντος πολιτικές από τις Βρυξέλλες. Εδώ, λοιπόν, έχουμε πάρα πολλή δουλειά να κάνουμε στο ζήτημα των κρατικών ενισχύσεων.
Πρέπει κάποτε να μάθουμε να συζητάμε και για τα μικρά, για τα λιγότερο ελκυστικά, για τις λεπτομέρειες και τις υποσημειώσεις και να δίνουμε τις μάχες, όπως τις δίνει αυτή η Κυβέρνηση, για να φέρνει εδώ πολιτικές από τις Βρυξέλλες υπέρ του εθνικού συμφέροντος. Έχουμε να κάνουμε πάρα πολύ δουλειά στο ζήτημα των κρατικών ενισχύσεων και στην ενίσχυση της διεκδίκησης που χρειαζόμαστε στις Βρυξέλλες, για να ενισχύσουμε τις επιχειρήσεις μας, όπως κάνουν άλλες χώρες στο εξωτερικό, στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θα ήθελα να ξαναδείτε λίγο το ζήτημα των μεσαίων επιχειρήσεων -ένα ζήτημα που ήλθε και επανήλθε-, διότι είναι αυτές που κάνουν τις μεγάλες επενδύσεις στην πατρίδα μας, τις εξαγωγές και ούτω καθεξής. Έχουμε δώσει τα τέσσερα όπλα στις μικρές και στις πολύ μικρές, αλλά όχι όλα τα όπλα στις μεσαίες. Έχουμε και το θέμα των προβληματικών. Το αντιμετωπίσαμε στις μικρές με την εξαίρεση, αλλά το έχουμε στις μεσαίες.
Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να τονίσω ότι πάρα πολλές ελληνικές επιχειρήσεις είναι προβληματικές, σύμφωνα με την ορολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Κανονισμού του 2014, παρ’ όλο που είναι βιώσιμες και πολλές από αυτές έχουν γυρίσει σε κερδοφορία, κάνουν εξαγωγές, είναι «bankable» και έχουν πολλές προοπτικές. Όμως, δυστυχώς, δεν μπορούν να υπαχθούν σε μία σειρά από ενισχύσεις, κυρίως ευρωπαϊκές, λόγω αυτού του όρου. Και αυτή η μάχη με τις κρατικές ενισχύσεις είναι μία μάχη που πρέπει να δοθεί στις Βρυξέλλες, προκειμένου ο ευρωπαϊκός Νότος συνολικά, ο οποίος χτυπήθηκε πάρα πολύ την προηγούμενη δεκαετία, να μπορέσει να πετύχει και σε αυτό το επίπεδο την εξαίρεση που απαιτεί η σύνθεση της οικονομίας και η κατάσταση στην οποία βρέθηκαν αυτές οι επιχειρήσεις.
Δεν είναι «ζόμπι» οι επιχειρήσεις. Είναι επιχειρήσεις που επιβίωσαν μέσα σε μια σκληρότατη κρίση την τελευταία δεκαετία. Όπως έγινε με τις μικρές με τη συνεργασία της Ιταλίας, πρέπει να καταφέρουμε το ίδιο και για τις μεσαίες. Πρόκειται για ένα ύψιστο ζήτημα για μας εδώ στον Νότο, το οποίο δεν αφορά τον Βορρά, αλλά αφορά πάρα πολύ εμάς εδώ, ιδίως τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Θα ήθελα να σας συγχαρώ για μια ακόμα φορά για τον αγώνα που δώσατε. Ξέρω πόσο πολύ ασχοληθήκατε όλους τους προηγούμενους μήνες με αυτό το νομοσχέδιο μαζί με όλους τους φορείς. Θα πρέπει να επιταχύνουμε τις διαδικασίες και να φύγουμε από τις μόνιμες γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και παθογένειες που έχουν πλήξει την αποτελεσματικότητα προηγούμενων νόμων.
Τα λένε οι δικοί σας. Διαβάστε το βιβλίο «Ποια ανάπτυξη;» του δικού σας Λόη Λαμπριανίδη, του παλιού δικού μου συναδέλφου από το πανεπιστήμιο και δικού σας Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων, στου οποίου το βιβλίο έκανα και μια κριτική στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, γιατί πιστεύω σ’ αυτόν τον διάλογο στους διαδρόμους της Βουλής. Δεν πιστεύω στα «τσίγκινα», αλλά στον ουσιαστικό και σοβαρό διάλογο και όχι στις κραυγές, στις φωνές και τους διαπληκτισμούς, για να πάμε τη χώρα μπροστά, όπως της αξίζει.
Να είστε καλά, σας ευχαριστώ!