Η χθεσινή δήλωση της Γερμανίδας υπουργού Εσωτερικών Νάνσυ Φίσερ προκαλεί σίγουρα ένα σοκ. Η γερμανική κυβέρνηση δείχνει να προετοιμάζει τους Γερμανούς πολίτες για τα χειρότερα. Η γερμανική κοινωνία έρχεται πλέον αντιμέτωπη με τον κίνδυνο για ρεύμα με το δελτίο και ελλείψεις σε τρόφιμα σε συνέχεια ενός ενδεχόμενου ευρωπαϊκού εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και των αντιποίνων που θα ακολουθήσουν σε μια τέτοια περίπτωση.
Οι αναφορές της για λίστα με τα απαραίτητα που συνέστησε στους Γερμανούς πολίτες να έχουν στο σπίτι, εφόσον, όπως είπε, σβήσει το ρεύμα για μεγάλο χρονικό διάστημα ή προκληθούν προβλήματα στην καθημερινότητα, μπορεί να ρίχνουν νερό στο τρενάκι του τρόμου, έχουν ωστόσο την εξήγησή τους.
Καθώς το ρήγμα ΕΕ – Ρωσίας διαρκώς βαθαίνει, η Γερμανίδα υπουργός, υπεύθυνη για την πολιτική προστασία, με τη γνωστή παροιμιώδη προνοητικότητα των Γερμανών – παρ’ ότι σε κάποιους εκτός της χώρας φαντάζει υπερβολική – προειδοποιεί για παν ενδεχόμενο. Τα πακέτα κυρώσεων διαδέχονται το ένα το άλλο, μετά το εμπάργκο στον άνθρακα εξετάζεται εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και όλα δείχνουν ότι πλησιάζει η στιγμή της πλήρους ρήξης, η οποία θα σημάνει και διακοπή στην προμήθεια του φυσικού αερίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη Γερμανία και αλλού.
Ταυτόχρονα, εκτός του οικονομικού πολέμου, ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας κυβερνοεπίθεσης που θα μπορούσε να μπλοκάρει τα δίκτυα κοινής ωφέλειας, όπως του ηλεκτρισμού, καθώς είναι γνωστό ότι η Ρωσία όχι μόνο διαθέτει τέτοιες δυνατότητες, αλλά τις έχει ήδη χρησιμοποιήσει, κατά το παρελθόν, σε «ανεπιθύμητους» γείτονες, όπως οι χώρες της Βαλτικής.
Στον βαθμό που το Κρεμλίνο καλείται, ολοένα και περισσότερο, να διαχειριστεί μια στρατιωτική αποτυχία στην Ουκρανία, αυξάνεται και ο κίνδυνος κλιμάκωσης ή αντιπερισπασμού σε άλλα μέτωπα, μέσω ενός υβριδικού πολέμου. Ο Πρόεδρος Πούτιν, μπροστά στις συνεχείς αποτυχίες του στο στρατιωτικό πεδίο, δεν αποκλείεται να παίξει το χαρτί των κυβερνοεπιθέσεων σε υποδομές ζωτικής σημασίας, όπως είπε η Φίσερ.
Το καμπανάκι κινδύνου που κρούει η γερμανική κυβέρνηση αφορά επομένως έναν υπαρκτό κίνδυνο. Παράλληλα όμως υπάρχει και μια άλλη ερμηνεία. Δηλώσεις, όπως αυτές της υπουργού Εσωτερικών της Γερμανίας, της πιο διστακτικής ίσως χώρας στην ΕΕ να κλιμακώσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, στέλνουν με έναν έμμεσο τρόπο μήνυμα στους υπόλοιπους Ευρωπαίους να μην τραβήξουν το σκοινί των κυρώσεων στα άκρα. Οι συνέπειες για τις οικονομίες τους μπορεί να είναι μη διαχειρίσιμες. Το ίδιο εξυπηρετούν και οι αναφορές της Φίσερ για την ανάγκη απογραφής των καταφυγίων στη Γερμανία και πως θα ήταν λογικό να ενεργοποιηθούν ξανά κάποια εξ αυτών.
Η γερμανική κυβέρνηση αφενός έχει ξεκινήσει μια διαχείριση της κοινής γνώμης, ενδεχομένως προσδίδοντας μια υπερβολική διάσταση, προκειμένου αυτή να προετοιμαστεί για τις όποιες θυσίες θα αντιμετωπίσει. Αφετέρου στέλνει και μηνύματα προς τους εταίρους της ότι τα πράγματα κινδυνεύουν να ξεφύγουν και ότι ο δρόμος κλιμάκωσης των κυρώσεων – στον οποίο πρωτοστατούν η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής, δικαιολογημένα από πλευράς τους – μπορεί να έχει σοβαρές παρενέργειες.
Η Γερμανία δεν μπορεί ανοικτά πλέον να αντιπαρατεθεί με τις χώρες αυτές. Και επειδή έχει βρεθεί στη θέση του απολογούμενου για την προηγούμενη πολιτική της έναντι της Ρωσίας, ενδεχομένως χρησιμοποιεί τέτοιου τύπου ρητορική για να φρενάρει κατά το δυνατόν την ατέρμονη κλιμάκωση των κυρώσεων.
Όπως και να έχει, η εξίσωση δεν έχει καθόλου εύκολη λύση. Τέτοιες δηλώσεις, όπως της Φίσερ, μας δείχνουν ότι οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί, ενώ συνδέονται με την προνοητικότητα των Γερμανών και με μια προσπάθεια προετοιμασίας της κοινής γνώμης για τα χειρότερα σενάρια. Το είπε άλλωστε προ μηνός ο Μάριο Ντράγκι ότι μεταξύ της ειρήνης και του κατά πόσο θα έχουμε ή όχι αναμμένο κλιματιστικό, προτιμούμε την ειρήνη. Ήθελε να προετοιμάσει την ιταλική κοινή γνώμη ότι αναλόγως των αποφάσεων που θα ληφθούν σε επίπεδο ΕΕ για περαιτέρω κυρώσεις, ελλοχεύει ο κίνδυνος διακοπών στο ρεύμα φέτος το καλοκαίρι.
Σε αυτό το κάδρο συνυπολογίστε τη δυσκολία συνεννόησης των 27 κυβερνήσεων να καταλήξουν σε μια ενιαία στάση στο ενεργειακό απέναντι στη Ρωσία, η οποία όμως, με τις ενέργειες της, αντί να διασπά καταφέρνει να συσπειρώνει τους Ευρωπαίους. Χαρακτηριστικός ο βομβαρδισμός του Κιέβου με πυραύλους την ώρα που το επισκέπτονταν ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες!
Παρά τις όποιες ευρωπαϊκές αστοχίες, η Ένωση είναι έτοιμη να κλιμακώσει τις κυρώσεις, όπως το επικείμενο εμπάργκο στο πετρέλαιο, μαζί με όλα τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν στη Σύνοδο Κορυφής στα τέλη του μήνα. Προς ώρας, όσο η στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας δεν θα αποφέρει τα αναμενόμενα, τόσο θα μεγαλώνει η απειλή γενίκευσης του οικονομικού πολέμου Ευρώπης – Ρωσίας. Ενός πολέμου, που ανεξαρτήτως των θυσιών τις οποίες θα χρειαστεί να υποστούν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, θα έχει στο τέλος σίγουρα χαμένο τη Ρωσία. Η φερεγγυότητά της ως αξιόπιστου εμπορικού εταίρου έχει κατακρημνιστεί, η απόφαση της ΕΕ για απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο είναι δεδομένη και παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα, η Κίνα δεν μπορεί να απορροφήσει παρά περιορισμένη ποσότητα ρωσικού αερίου.
Η Γερμανία θα ταλαιπωρηθεί για αρκετούς μήνες, όταν όμως καταφέρει να απεξαρτηθεί από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες, αυτός που θα έχει το πρόβλημα θα είναι η Μόσχα, όχι το Βερολίνο. Τα στοιχεία του ίδιου του ρωσικού υπουργείου Οικονομικών μιλούν για ύφεση φέτος της χώρας έως και κατά 12%. Η Ευρώπη μπορεί τους επόμενους μήνες να υποφέρει, ωστόσο η Ρωσία, μεσο-μακροπρόθεσμα, έχει να χάσει πολύ περισσότερα απ’ ότι η Ευρώπη.