Ο Τραμπ τελειώνει. Παραδοσιακοί Ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι, όπως αυτοί που είναι μεγάλης ηλικίας και οι κάτοικοι των προαστίων, τον εγκαταλείπουν. Μέσα στους τέσσερις τελευταίους μήνες ήρθαν τα πάνω-κάτω στη μάχη της προεδρικής εκλογής του Νοεμβρίου του 2020. Σημείο τομής φαίνεται πως ήταν η αποτυχημένη προσπάθεια του Τραμπ να εμπλέξει τον αμερικανικό στρατό για την καταστολή των μαζικών διαδηλώσεων που ακολούθησαν τη δολοφονία του Τζωρτζ Φλόιντ. Ο Τραμπ παραβίασε την πιο κόκκινη από τις κόκκινες γραμμές του αμερικανικού πολιτεύματος και προκάλεσε την έντονη και πρωτοφανή αντίδραση του, εκ φύσεως συντηρητικού, στρατιωτικού κατεστημένου.
Με λίγα λόγια, η Ελλάδα (και η Ευρώπη) θα πρέπει να αρχίσει να προετοιμάζεται για την επόμενη μέρα, ενισχύοντας τα ερείσματά της στην επόμενη αμερικανική προεδρία που φαίνεται ότι θα είναι του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν (εκτός κι αν κάνει κάποιο καταστροφικό λάθος στο διάστημα μέχρι τις εκλογές). Ήδη, ο Τραμπ εμφανίζεται ψυχολογικά πιεσμένος και αρκετά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία και αλλού αρχίζουν να διαφοροποιούνται και να παίρνουν αποστάσεις ασφαλείας από τον τοξικό Πρόεδρο, προκειμένου να διασώσουν, τουλάχιστον, τη Ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Γερουσία. Κατά συνέπεια, η Ουάσιγκτον ζει το τέλος μιας εποχής, με έναν Πρόεδρο ο οποίος πελαγοδρομεί, εν μέσω μιας κρίσης, υγιειονομικής, οικονομικής και κοινωνικής, που κακοδιαχειρίστηκε.
Όλα αυτά αυξάνουν τους κινδύνους για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στη Μεσόγειο. Την τελευταία φορά που συνέβη κάτι ανάλογο, στη δύση της προεδρίας του Ρίτσαρντ Νίξον, είχαμε την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974. Τότε, η παραλυσία της αμερικανικής κυβέρνησης, εξαιτίας της επικείμενης παραίτησης του Νίξον, εν μέσω της μεγαλύτερης συνταγματικής κρίσης που αντιμετώπισαν οι Η.Π.Α. από την εποχή του αμερικανικού εμφυλίου, συνέβαλε στην αποθράσυνση των Τούρκων. Σε αντίθεση με ότι συνέβη το 1964 και το 1967, όταν ο Λύντον Τζόνσον επενέβη αποφασιστικά και απέτρεψε τα τουρκικά σχέδια για εισβολή, το 1974 οι Η.Π.Α. ολιγώρησαν.
Το διάστημα μέχρι τη διαδοχή του Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου 2021 είναι, λοιπόν, επικίνδυνο. Γι’ αυτό χρειάζεται η επίταση των ελληνικών προσπαθειών για να αναδειχθεί η Τουρκία ως πρόβλημα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά συνολικά της Δύσης, των Η.Π.Α. και, κατεξοχήν, της Ευρώπης, όπως κατ’ επανάληψη έχει πει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Η διαρκής, συστηματική και επίμονη καταγγελία του τουρκικού εξτρεμισμού, σε ζητήματα ευρύτερου ενδιαφέροντος, όπως η Λιβύη και η Αγία Σοφία, φέρνουν τους δυτικούς σχεδιασμούς και συμφέροντα κοντά στα ελληνικά δίκαια, προς όφελος της ελληνικής διπλωματικής προσπάθειας.