Το δεύτερο μέτωπο: η Αμερική αποφασίζει (Παραπολιτικά, 17.10.2020)

“Η ελληνική προσοχή έχει επικεντρωθεί στην αντίδραση της Ευρώπης στην ανανεωμένη τουρκική επιθετικότητα. Η Ελλάδα δικαιούται να απαιτεί την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και την έμπρακτη καταδίκη της Τουρκίας. Όμως, ταυτόχρονα, δεν πρέπει να αγνοεί ένα δεύτερο μέτωπο που, στα ζητήματα ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο και στα ελληνο-τουρκικά, είχε παραδοσιακά τον πρώτο λόγο. Πρόκειται για την αμερικανική εξωτερική πολιτική.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Τουρκία επιτίθεται σε μια σειρά από μέτωπα εξαιτίας και της αποδυνάμωσης της αμερικανικής παρουσίας στην περιοχή. Επιπλέον, ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει να βιάζεται να εκμεταλλευτεί την όποια σύγχυση δημιουργούν οι επικείμενες προεδρικές εκλογές στα αντανακλαστικά της Ουάσιγκτον.

Οι τελευταίες εβδομάδες επέτειναν το πρόβλημα καθώς η ασθένεια του Αμερικάνου Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ αποσυντόνισε τόσο τις λειτουργίες της αμερικανικής κυβέρνησης όσο και την προεκλογική του εκστρατεία. Οι δημοσκοπήσεις είναι πια δυσοίωνες και τα περιθώρια επανεκλογής του στενεύουν. Όμως, ο νέος πρόεδρος δεν θα αναλάβει τα καθήκοντά του μέχρι τις 20 Ιανουαρίου του 2021, δημιουργώντας μια «μεσοβασιλεία» αδύναμης διακυβέρνησης από έναν υπό αποχώρηση πρόεδρο. Ίσως, αυτό το «παράθυρο ευκαιρίας» να μέτρησε ο Ερντογάν και να επανέφερε το Όρουτς Ρέις στο Καστελόριζο, επιδιώκοντας ένα θερμό επεισόδιο.

Οι προσδοκίες για μια ενδεχόμενη κυβέρνηση Δημοκρατικών στις Ηνωμένες Πολιτείες οφείλουν να είναι ρεαλιστικές, με δεδομένη και την εμπειρία με τον Τζίμυ Κάρτερ το 1976 που γρήγορα διέψευσε τις αρχικές ελληνικές προσδοκίες. Όμως, το βέβαιο είναι πως μαίνεται ένας «πόλεμος» μεταξύ εκπροσώπων του τουρκικού καθεστώτος και των Δημοκρατικών, με συνεχείς επιθέσεις εναντίον του Τζο Μπάιντεν, της Νάνσυ Πελόζι και άλλων ηγετών του κόμματος. Εξίσου βέβαιο είναι ότι το κλίμα στο Κογκρέσο ουδέποτε ήταν τόσο βαρύ για την Τουρκία εξαιτίας όχι μόνο όσων κάνει σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου αλλά και του Ισραήλ και των Αράβων συμμάχων των ΗΠΑ. Στο μεταξύ, ήδη, η αμερικανική γραφειοκρατία αλλά κι αυτή η ηγεσία της αμερικανικής διπλωματίας αλλάζουν και παύουν να κρατούν ίσες αποστάσεις στα ελληνο-τουρκικά, όπως φαίνεται από τις ανακοινώσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Κατόπιν τούτων, είναι πολύ πιθανό η επόμενη αμερικανική κυβέρνηση να θέσει ως άμεση προτεραιότητα το ζήτημα «Τουρκία» ως στρατηγικού πια ανταγωνιστή των ΗΠΑ και των συμφερόντων τους στην περιοχή. Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε σημαντικές ευκαιρίες στην ελληνική διπλωματία. Εν ολίγοις, πέραν όσων συμβαίνουν στις Βρυξέλλες, το Βερολίνο και τις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ακόμα σημαντικότερο είναι το τι συμβαίνει στην Ουάσιγκτον, ιδίως τις επόμενες τρεις κρίσιμες εβδομάδες.”