Το γερμανικό πρόβλημα

29.8.2018

Οι γερμανικές αρχές ανακοίνωσαν ότι ο γερμανικός προϋπολογισμός είχε πλεόνασμα 48 δισεκατομμύρια ευρώ, το πρώτο εξάμηνο του 2018, το οποίο αντιστοιχεί στο 3% του γερμανικού ΑΕΠ. Πρόκειται για πλεόνασμα μαμούθ, το μεγαλύτερο στην περίοδο μετά τη γερμανική ενοποίηση το 1990.

Το πλεόνασμα αφορά το σύνολο του προϋπολογισμού και όχι μόνο το πρωτογενές ισοζύγιο. Με άλλα λόγια, περιλαμβάνει και το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, το οποίο διαρκώς συρρικνώνεται και σύντομα θα πέσει κάτω από το 60% του ΑΕΠ, χάρη στα πλεονάσματα αλλά και στην ισχυρή ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας. Το διογκούμενο πλεόνασμα οφείλεται στη διαρκή αύξηση των φορολογικών εσόδων, χάρη στην ανάπτυξη, και στην πολύ χαμηλότερη αύξηση των δημοσίων δαπανών.

Το γερμανικό πλεόνασμα αποτελεί το επίκεντρο μιας διπλής πολιτικής σύγκρουσης. Στο εσωτερικό της Γερμανίας συγκρούονται οι συντηρητικοί που θέλουν τη μείωση των φόρων με τους σοσιαλοδημοκράτες που θέλουν την αύξηση των δημοσίων δαπανών, ιδίως αυτών για την ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας και για επενδύσεις στις δημόσιες υποδομές.

Ωστόσο, συνολικά, οι Γερμανοί θα παραμείνουν διστακτικοί στην υιοθέτηση πιο επεκτατικών δημοσιονομικών πολιτικών. Η αποταμίευση, δημόσια και ιδιωτική, αποτελεί τη μέγιστη εθνική αρετή, ιδίως για έναν έναν λαό που γηράσκει ραγδαία και ξέρει ότι θα χρειαστεί επιπλέον δαπάνες για υγεία και περίθαλψη στο μέλλον.

Αν η σύγκρουση στο εσωτερικό της Γερμανίας είναι ήπια, ποιος δεν θέλει άλλωστε να έχει να διαχειριστεί το γερμανικό πρόβλημα των υπερβολικών πλεονασμάτων αντί για το ελληνικό πρόβλημα των υπερβολικών ελλειμμάτων;, δεν μπορεί να πει κάνεις το ίδιο για τη σύγκρουση που το γερμανικό πλεόνασμα προκαλεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ήδη, ο Γάλλος Πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν κάλεσε το Βερολίνο να εγκαταλείψει τη λιτότητα και να χαλαρώσει τη δημοσιονομική του πολιτική. Για τον Μακρόν όπως και για τους περισσότερους αναλυτές, η προσαρμογή των ελλειμματικών οικονομιών της Ευρώπης δυσχεραίνεται από τα αυξανόμενα πλεονάσματα των Γερμανών, τόσο στον προϋπολογισμό όσο και στο εξωτερικό ισοζύγιο.

Η λογική λέει ότι αν το γερμανικό δημόσιο μοιράσει χρήματα στους Γερμανούς πολίτες ή τους πάρει λιγότερα σε φόρους και εισφορές, δηλαδή αν οι Γερμανοί έχουν περισσότερα χρήματα στις τσέπες τους θα τα ξοδέψουν, αυξάνοντας τις εισαγωγές και ταξιδεύοντας περισσότερο στο εξωτερικό, και στην Ελλάδα. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα μειωθούν τα ελλείμματα της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Με άλλα λόγια, τα ελλείμματα της περιφέρειας είναι, σε μεγάλο βαθμό, η άλλη όψη των γερμανικών πλεονασμάτων.

Σε μια ατελή νομισματική ένωση, όπως αυτή του ευρώ, η οποία στερείται μια κοινής δημοσιονομικής πολιτικής, ο έμμεσος συντονισμός των δημοσιονομικών πολιτικών είναι απαραίτητος για την ευστάθειά της. Όσο επικίνδυνα είναι τα υπερβολικά ελλείμματα άλλο τόσο επικίνδυνα είναι και τα υπερβολικά πλεονάσματα, όσο περίεργο κι αν αυτό ακούγεται. Η Γερμανία, αν θέλει να είναι καλή Ευρωπαία όπως ισχυρίζεται, οφείλει να χαλαρώσει, προς όφελος των εταίρων της, όπως η Γαλλία και η Ιταλία αλλά ακόμα και η σκληρά δοκιμαζόμενη Ελλάδα.