Συνομιλώντας με την Κριστίν Λαγκάρντ (COSAC)

Ως Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, εκπροσώπησα, μέσω τηλεδιάσκεψης (ένεκα κορονοϊού), τη Βουλή των Ελλήνων στη Συνάντηση των Εθνικών Κοινοβουλίων της Ε.Ε. στο Παρίσι. Σημειωτέον ότι η Γαλλία προεδρεύει της Ε.Ε. αυτό το εξάμηνο και ανάμεσα στους ομιλητές εκλήθη και η δικιά τους Κριστίν Λαγκάρντ, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για μια σε βάθος συζήτηση για τα 20χρονα της ευρωζώνης.

Συμμετείχα στη συζήτηση, εκπροσωπώντας τη χώρα που υπέφερε το περισσότερο από την κρίση του ευρώ, την περασμένη δεκαετία, και μίλησα για την ανάπτυξη, τη σύγκλιση του νότου, την ακρίβεια, τα επιτόκια και την ενίσχυση του δημοσιονομικού πυλώνα της ευρωζώνης.

YouTube video

Ακολουθεί το Δελτίο Τύπου της Βουλής

Την Παρασκευή 14 Ιανουαρίου διεξήχθη η Διάσκεψη Προέδρων Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων Ε.Ε. (COSAC)  υπό τη γαλλική προεδρία. Τη Βουλή των Ελλήνων εκπροσώπησαν ο Α’ Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων κ. Νικήτας Κακλαμάνης και ο Αντιπρόεδρος κ. Δημήτρης Καιρίδης.

Κατά την εναρκτήρια συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Διάστασης της γαλλικής προεδρίας του Συμβουλίου της Ε.Ε. έγινε η παρουσίαση των προτεραιοτήτων της από τον Clément Beaune, Υφυπουργό Ευρωπαϊκών και Εξωτερικών Σχέσεων αρμόδιο για τα ευρωπαϊκά θέματα.

Ο κ. Κακλαμάνης, σχολιάζοντας τις προτεραιότητες της γαλλικής προεδρίας, χαιρέτισε την έμφαση που αποδίδεται  στον ευρωπαϊκό συντονισμό και την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, σημειώνοντας ότι οι προκλήσεις της  εποχής μας -όπως η αντιμετώπιση της πανδημίας και το μεταναστευτικό ζήτημα- δεν μπορούν παρά να αντιμετωπισθούν σε επίπεδο Ε.Ε.. Αναφορικά με το ζήτημα της ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας, αναγνώρισε ότι η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης υπήρξε μια φιλόδοξη ιδέα που είχε ως στόχο την εμπλοκή των ευρωπαίων πολιτών στη διαμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών και την αποκατάσταση της  εμπιστοσύνης τους προς την Ε.Ε., εξέφρασε, ωστόσο, τις επιφυλάξεις του για τον τρόπο διεξαγωγής της, επισημαίνοντας τον παραγκωνισμό των εθνικών βουλευτών και την αναποτελεσματική μέχρι σήμερα λειτουργία της Ολομέλειας της Διάσκεψης, σε συνδυασμό με τις αντικειμενικές δυσκολίες που επιβάλει η πανδημία. Τέλος, εξέφρασε το ενδιαφέρον του για την πρόταση περί θεσμοθέτησης κοινής ευρωπαϊκής εκλογικής περιφέρειας, επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να θεσπιστούν σαφείς κανόνες προς διασφάλιση της δημοκρατικής αναλογικότητας, ιδίως για τα μικρά και μεσαία κράτη μέλη.

Οι εργασίες της Διάσκεψης έκλεισαν με τη συζήτηση για το μέλλον του ενιαίου νομίσματος, με την ευκαιρία της 20ης επετείου από την εισαγωγή του ευρώ στις ευρωπαϊκές οικονομίες ως μοναδικό νόμισμα και κεντρική ομιλήτρια της Πρόεδρο  της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κ. Christine Lagarde.

Ο κ. Καιρίδης στην τοποθέτησή του ζήτησε τις εκτιμήσεις της Προέδρου της ΕΚΤ για τις προοπτικές ανάπτυξης της ευρωζώνης και ειδικότερα, των χωρών του νότου, όπως η Ελλάδα, που είχαν αποκλίνει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, κατά την προηγούμενη δεκαετία,  αλλά και τις επιδόσεις της ευρωζώνης, συνολικά, όσον αφορά την αντιμετώπιση της  «καχεκτικής ανάπτυξης», για την οποία η κ. Lagarde είχε ασκήσει στο παρελθόν κριτική με την ιδιότητα της ως Προέδρου του ΔΝΤ. Ζήτησε επίσης την άποψή της για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια το 2022 και τη θέση της ΕΚΤ για την ενίσχυση της δημοσιονομικής συνιστώσας της ευρωζώνης και, ειδικότερα, τη μετατροπή του Ταμείου Ανάκαμψης σε μια πιο μόνιμη διευθέτηση.

Η κα Lagarde σημείωσε ότι η κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην πανδημική κρίση έδειξε τι μπορεί να πετύχει η Ε.Ε. όταν λειτουργεί από κοινού. Δήλωσε πεπεισμένη ότι η Ευρώπη βγαίνει πιο δυνατή από την κρίση αυτή, με στέρεα θεμέλια πάνω στα οποία μπορεί να οικοδομήσει ένα βιώσιμο μέλλον, εστιάζοντας σε τρεις άξονες:  σταθερότητα, ενίσχυση της προσφοράς και στρατηγική αυτονομία.

Η κα Lagarde, αναγνωρίζοντας την ανησυχία των πολιτών για την αύξηση των τιμών, επανέλαβε την ακλόνητη δέσμευση της ΕΚΤ για σταθερότητα των τιμών και τη λήψη μέτρων για την επίτευξη του στόχου για πληθωρισμό στο 2% μεσοπρόθεσμα.  Τέλος, σημείωσε ότι οι εξαιρέσεις που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν μπορούν να διατηρηθούν για πάντα, αλλά θα πρέπει να αντικατασταθούν.