Ο βουλευτής της ΝΔ μιλά στη «ΜτΚ» για τις διερευνητικές συνομιλίες Ελλάδας-Τουρκίας και τονίζει ότι δεν φοβόμαστε γιατί έχουμε το δίκαιο με το μέρος μας.
«Η Ελλάδα δεν έχει ούτε να φοβηθεί ούτε να χάσει από το διάλογο με την Τουρκία», τονίζει ο Δημήτρης Καιρίδης. Ο βουλευτής του Βόρειου Τομέα Αθηνών της ΝΔ σε συνέντευξή του στη «ΜτΚ» κάνει λόγο για ένα δύσκολο διάλογο αλλά και για λεονταρισμούς και εξάρσεις ρητορικής του Ταγίπ Ερντογάν. «Δεν έχουμε να φοβηθούμε διότι έχουμε το δίκιο με το μέρος μας και δεν συζητάμε παρά μόνο τη μία και μόνη υπαρκτή διαφορά, της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ», σημειώνει.
Για τη μάχη κατά της πανδημίας και τις επιδόσεις της χώρας μας απαντά ότι η Ελλάδα τα έχει πάει καλά. «Χωρίς μάλιστα τα μέσα και τους πόρους άλλων χώρων, αλλά με όπλα κυρίως τη πειθαρχημένη στάση της κοινωνίας και τις υπεύθυνες και έγκαιρες επιλογές της ηγεσίας», σημειώνει.
Για τις επαφές που είχε στο Ισραήλ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ο κ. Καιρίδης, ο οποίος είναι και πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ελλάδας-Ισραήλ, τονίζει ότι η σχέση μας με το Ισραήλ διαμορφώνεται στρατηγικά, σε στέρεες και μονιμότερες βάσεις και διευρυμένα. «Το Ισραήλ είναι μία προοδευμένη και μικρή χώρα, η οποία μπορεί υποδειγματικά να σταθεί άκρως ανταγωνιστικά σ’ ένα πολύ δύσκολο γι’ αυτήν γεωπολιτικό περιβάλλον», τονίζει.
Κύριε Καιρίδη, η κυβέρνηση ανακοίνωσε αυτές τις ημέρες εντατικοποίηση των μέτρων κατά της πανδημίας σε Αττική αλλά και γενικότερα. Μήπως αργήσαμε;
Ίσα-ίσα. Νομίζω ότι με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού πάρθηκε μία έγκαιρη απόφαση, την κατάλληλη στιγμή. Αυτό άλλωστε φαίνεται και από το γεγονός ότι στις συζητήσεις της επιτροπής των λοιμωξιολόγων υπήρχαν και απόψεις αναμονής με ηπιότερα μέτρα κλεισίματος διότι τα δεδομένα ήταν μεν αυξητικά αλλά δεν ήταν οριακά. Παρόλα αυτά ο πρωθυπουργός επέλεξε να πάμε άμεσα σε καθολικό κλείσιμο γνωρίζοντας, και από την εμπειρία της Θεσσαλονίκης, ότι ο ιός αναπτύσσεται εκθετικά σε πολύ μικρούς χρόνους και αιφνιδιάζει.
Πώς κρίνετε τις μέχρι στιγμές επιδόσεις της χώρας μας στη μάχη κατά του κορονοϊού; Πολλοί λένε ότι κατά το πρώτο ημίχρονο και στο πρώτο κύμα τα πήγαμε καλά και ότι στο δεύτερο ημίχρονο η απόδοση της χώρας αλλά και της κυβέρνησης δεν ήταν η ίδια, με αποτέλεσμα κρίσιμες αποφάσεις να λαμβάνονται υπό πίεση και να ανατρέπονται εν μία νυκτί. Τι λέτε;
Δεν έχει σημασία τι υποστηρίζει ο καθένας μεμονωμένα, τα ευρωπαϊκά δεδομένα μιλούν από μόνα τους. Με βάση τη συνολική αλλά και συγκριτική εικόνα η χώρα τα έχει πάει καλά. Χωρίς μάλιστα τα μέσα και τους πόρους άλλων χώρων, αλλά με όπλα κυρίως τη πειθαρχημένη στάση της κοινωνίας και τις υπεύθυνες και έγκαιρες επιλογές της ηγεσίας. Αυτό ισχύει και για τη δεύτερη ισχυρότερη φάση της πανδημίας, παρά τις καθυστερήσεις και τις αδυναμίες. Μη ξεχνάμε ότι η δεύτερη φάση ήταν πιο πολύπλοκη, διότι συνεχίζοντας στην προτεραιότητα διαφύλαξης της υγείας, έπρεπε να δώσουμε ανάσες στην οικονομία και να φροντίσουμε για την εκπαίδευση και τη ψυχική υγεία των παιδιών μας. Σήμερα που βρισκόμαστε στην αρχή του τέλους της περιπέτειας, πρέπει να εντείνουμε όλοι μαζί ενωμένοι τις προσπάθειες μας να φτάσουμε στην έξοδο με τις λιγότερες δυνατές απώλειες για να κτίσουμε καλύτερα το μέλλον μας.
Πολύ κουβέντα έγινε και για το περιβόητο γεύμα του πρωθυπουργού στην Ικαρία. Το σχόλιό σας;
Δυστυχώς μία πολύ σημαντική πρωτοβουλία του πρωθυπουργού για τον εμβολιασμό και τη στήριξη των ακριτικών νησιών μας, σε ιδιαίτερα κρίσιμες εθνικά στιγμές, χάθηκε από τις συνθήκες αβλεψίας που παρατηρήθηκαν στα πλαίσια ενός σύντομου και ανοικτού γεύματος. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός διαβεβαίωσε υπεύθυνα και κατηγορηματικά ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να ξανασυμβεί, στις ανάλογες πρωτοβουλίες του που θα συνεχιστούν σ’ όλη τη χώρα.
Συζητήσεις προκάλεσε και η φράση του Αλέξη Τσίπρα ότι αναλαμβάνει το ρίσκο να κολλήσουν τον ιό οι διαδηλωτές. Τι απαντάτε; Και πώς κρίνετε συνολικά τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιμετώπιση της πανδημίας;
Είναι το λιγότερο πολιτικά δυσανάλογο και υποτιμητικό για τους πολίτες ο κ. Τσίπρας να ωρύεται για την αβλεψία της Ικαρίας προκειμένου να την εκμεταλλευτεί κομματικά την ίδια στιγμή που δέχεται το μεγάλο ρίσκο της μόλυνσης από τις διαδηλώσεις και τις κινητοποιήσεις. Και αυτό το βλέπουν και το κρίνουν οι πολίτες. Σε ό,τι αφορά συνολικά την πανδημία, δυστυχώς για τη χώρα και ιδιαίτερα τελευταία που η μάχη κατά του ιού κορυφώνεται, η στάση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικός καιροσκοπισμός και καταστροφολογία παντού χωρίς καμιά εποικοδομητική πρόταση.
Αντιδράσεις και έντονες κριτικές καταγράφηκαν για τη συνολική διαχείριση στην υπόθεση της αγορά των εμβολίων από την ΕΕ. Κατά τη γνώμη σας υπήρξαν ολιγωρίες;
Σαφώς και υπήρξαν ολιγωρίες και εγώ πρώτος άσκησα κριτική στην ηγεσία της ΕΕ, η οποία εξέπεμψε μία εικόνα κατώτερη των κρίσιμων στιγμών που ζούμε. Δεν πρέπει όμως να χάνουμε και να ξεχνάμε τη μεγάλη εικόνα. Φανταστείτε να έπρεπε να διαπραγματευτούμε μόνη ως χώρα απέναντι σε άλλα ισχυρά κράτη και εταιρείες τα εμβόλια. Η ευρωπαϊκή κοινή προσπάθεια και αλληλεγγύη είναι ότι καλύτερο έχουμε σ’ ένα άκρως επικίνδυνο και ανταγωνιστικό κόσμο. Με αδυναμίες βέβαια, που πρέπει διαρκώς να προσπαθούμε να διορθώσουμε και όχι να μεγενθύνουμε.
Να πάμε λίγο στα εξωτερικά θέματα. Πώς είδατε τον τελευταίο γύρο των διερευνητικών επαφών μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας; Τι μπορούμε να περιμένουμε από την επόμενη φάση του διαλόγου, όταν ο Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει την τακτική των προκλητικών δηλώσεων;
Είναι πολύ δύσκολος διάλογος. Δεν περιμένω πολλά πράγματα, εκτός αν η Τουρκία, κάτω από τη γεωπολιτική και οικονομική πίεση που υφίσταται, αποφασίσει ν’ αλλάξει ριζικά πορεία και να συζητήσει τα κοινά και υπαρκτά θέματα με όρους και διαδικασίες Διεθνούς Δικαίου. Μέχρι στιγμής δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο, αν κρίνουμε και από τις δηλώσεις Ερντογάν, ο οποίος συνηθίζει τους λεονταρισμούς και τις εξάρσεις ρητορικής. Αυτό το κάνει και για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης αλλά, κυρίως, επειδή αισθάνεται πιεσμένος και αντιδρά. Και μόνο όμως το γεγονός ότι η Τουρκία εξαναγκάσθηκε να προσέλθει σε συζητήσεις στο αυστηρό πλαίσιο των διερευνητικών, που δεν ήθελε, κρίνεται ως θετική εξέλιξη μετά την επικίνδυνη ένταση του2020.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα δεν έχει να κερδίσει τίποτα συμμετέχοντας σε ένα διάλογο με την Τουρκία. Τι απαντάτε επ’ αυτού;
Η σωστή απάντηση νομίζω είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί και να χάσει από τον διάλογο με την Τουρκία. Δεν έχει να φοβηθεί διότι έχει το δίκιο με το μέρος της και να χάσει διότι δεν συζητά παρά μόνο τη μία και μόνη υπαρκτή διαφορά, της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης περιόδευσε τη Δευτέρα στο Ισραήλ, διευρύνοντας τη συνεργασία με τη συγκεκριμένη χώρα. Τι μπορούμε να προσδοκούμε από τέτοια ανοίγματα;
Η σχέση μας με το Ισραήλ διαμορφώνεται στρατηγικά, δηλαδή σε στέρεες και μονιμότερες βάσεις και διευρυμένα, αγκαλιάζοντας πολλούς τομείς και κλάδους συνεργασίας και σας το λέω και ως πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ελλάδας-Ισραήλ. Επίσης, η σχέση μας δεν στέκεται αντιθετικά μόνο σε κάποιον κοινό αντίπαλο αλλά, κυρίως, στηρίζεται στο θετικό πνεύμα των δύο λαών, με βάθος χρόνου και προοπτική. Οι προσδοκίες λοιπόν είναι πολλές και καλύπτουν την αμυντική, την τεχνολογική, την οικονομική συνεργασία, την έρευνα, τον πολιτισμό, τον τουρισμό. Το Ισραήλ είναι κοινώς παραδεκτό ότι είναι μια προοδευμένη χώρα αλλά το κυριότερο, από τα οποίο μπορεί να αντλήσει οφέλη η Ελλάδα, είναι ότι είναι μία μικρή χώρα, η οποία μπορεί υποδειγματικά να σταθεί άκρως ανταγωνιστικά σ’ ένα πολύ δύσκολο γι’ αυτήν γεωπολιτικό περιβάλλον.