Ποιός ήθελε τη Χρυσή Αυγή; (11.10.2020)

Απόψεις

Το σημερινό πρωτοσέλιδο της Αυγής προκαλεί μερικές στοιχειώδεις επισημάνσεις:

1. Τα μέλη της Χρυσής Αυγής, που το δικαστήριο καταδίκασε και για τα οποία αναμένεται να απαγγείλει τις ανάλογες ποινές αύριο, διώχθηκαν και κρίθηκαν ένοχοι για τη συμμετοχή τους σε “εγκληματική οργάνωση”. Το συγκεκριμένο αδίκημα εισήχθη στον ποινικό κώδικα μόλις το 2001, με πρόταση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης, Μιχάλη Σταθόπουλου, επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη. Στην πρόταση αυτή αντιτάχθηκε με σφοδρότητα τότε η Αριστερά (ΚΚΕ και Συνασπισμός) και μεγάλο μέρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Η πρόταση πέρασε χάρη στη σύσσωμη υποστήριξη που πρόσφερε η κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας.

2. Η δίωξη της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε επί πρωθυπουργίας Αντώνης Σαμαράς / Antonis Samaras και με υπουργό Δικαιοσύνης τον Νίκος Δένδιας. Η δίκη ολοκληρώθηκε μετά από 5,5 χρόνια (!) επί πρωθυπουργίας Kyriakos Mitsotakis. Στο μεταξύ, η κυβέρνηση των Σύριζα-ΑΝΕΛ είχε φροντίσει να μειώσει τις ποινές και να καταργήσει την παρεπόμενη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων.

Κατόπιν τούτων, το πρωτοσέλιδο της Αυγής είναι ψευδές και παραπλανητικό. Είναι όμως και κάτι χειρότερο. Είναι πολιτικά λάθος. Και αποτελεί ένα τεράστιο αυτογκόλ. Γιατί επιβεβαιώνει, για μια ακόμα φορά, την εργαλειακή και επιλεκτική προσέγγιση της ηγετικής ομάδας του Σύριζα στο φαινόμενο της Χρυσής Αυγής. Επιχειρεί δε, για μικροπολιτικούς λόγους, να διασπάσει το ενιαίο μέτωπο του συνταγματικού τόξου έναντι της Χρυσής Αυγής και να επαναφέρει στη συζήτηση το ερώτημα ποιόν συμφέρει η Χρυσή Αυγή;

Με άλλα λόγια, δεν είναι μόνο το γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή γιγαντώθηκε πολιτικά από την ίδια μήτρα του αντι-μνημονιακού ανορθολογισμού, της συνωμοσιολογίας και του εκχυδιασμού της δημόσιας ζωής που έφεραν και τους Σύριζα-ΑΝΕΛ στην εξουσία. Είναι και η υποψία ότι η ηγετική ομάδα του Σύριζα (όχι οι ψηφοφόροι του) είδε στη Χρυσή Αυγή μια χρησιμότητα και τήρησε απέναντί της όχι μια απόλυτα αρνητική αλλά μια επιλεκτική στάση ανάλογα με τις ανάγκες της.

Όπως η ηγετική αυτή ομάδα επιχείρησε να χρησιμοποιήσει την υπόθεση Novartis για να σπιλώσει τους πολιτικούς της αντιπάλους ή τον Καλογρίτσα για να ελέγξει τα ΜΜΕ, έτσι επιμένει να εμφανίζεται ότι επιχείρησε να χρησιμοποιήσει τη Χρυσή Αυγή για να δημιουργήσει ένα διπλό εκλογικό πρόβλημα στη Νέα Δημοκρατία. Τόσο προς τα δεξιά της: όσο ισχυρότερη η Χρυσή Αυγή τόσο μεγαλύτερες οι απώλείες της προς τα κει, όσο και προς το κέντρο: η επιχείρηση ταύτισης της Νέας Δημοκρατίας με τη Χρυσή Αυγή θα απωθούσε τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους.

Επιπλέον, η ηγετική ομάδα του Σύριζα φάνηκε να εξυπηρετείται από μια ισχυρή Χρυσή Αυγή προκειμένου ο Σύριζα να μπορεί να ταυτίζει κάθε αντίθετη προς αυτόν φωνή στο προσφυγικό ή στα εθνικά θέματα με το φασιστικό περιθώριο. Εξού και οι συνεχείς επιθέσεις ιδίως εναντίον του Αντώνης Σαμαράς / Antonis Samaras, στις οποίες επανέρχεται σήμερα η Αυγή.

Τέλος, η ηγετική ομάδα του Σύριζα βαυκαλίζεται να πιστεύει ότι μπορεί να αναπληρώσει την ιδεολογικο-πολιτική χρεοκοπία της Αριστεράς με την επίκληση ενός ένδοξου “αντιφασιστικού αγώνα”. Η “δόξα” της δεκαετίας του 1940 συνεχίζει να κυριαρχεί στο φαντασιακό υποσυνείδητο μιας παράταξης που είναι στραμμένη περισσότερο στο παρελθόν παρά στο μέλλον.

Τίποτα από όλα αυτά δεν πέτυχε. Αντιθέτως, η ετυμηγορία του δικαστηρίου αντί για εφαλτήριο για “αντιφασιστικές” κινητοποιήσεις υπέρ του Σύριζα, έγινε μπούμεραγκ σε όσους επιμένουν να εργαλειοποιούν το νεοναζιστικό μόρφωμα. Μετά τις καταγγελίες Σταύρου Κοντονή, η περιδίνηση του Σύριζα επιταχύνθηκε.

Από την ημέρα της ανακοίνωσης της απόφασης του δικαστηρίου, απέφυγα να τοποθετηθώ δημόσια γιατί περίμενα να ολοκληρωθεί η δικανική κρίση αλλά και γιατί πιστεύω στη σημασία της ομόθυμης καταδίκης του νεοναζιστικού φαινομένου από όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις. Το κάνω τώρα προκαλούμενος, όπως και πάρα πολλοί άλλοι, από το εξωφρενικό πρωτοσέλιδο της Αυγής.

Και για να μην μπερδευόμαστε: ανήκω στην ομάδα των Ελλήνων που στοχοποιήθηκαν από τη Χρυσή Αυγή. Ο αρχηγός της οργάνωσης, Νίκος Μιχαλολιάκος, δεν σταμάτησε να μου επιτίθεται καθόλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας πέρσι. Ως αρχηγός κόμματος είχε άπλετη πρόσβαση στα ΜΜΕ. Τα τρολς της οργάνωσης και άλλων “ψεκασμένων” δεν έχουν σταματήσει τις διαδικτυακές επιθέσεις και απειλές μέχρι και σήμερα. Από την πρώτη στιγμή υπήρξα ξεκάθαρος: ως απλός πολίτης τότε, χωρίς βουλευτική ασυλία ή αστυνομική προστασία, περιέγραψα τη Χρυσή Αυγή γι’ αυτό που ήταν, μια εκληματική οργάνωση. Και χαίρομαι που συμμετείχα στην πολιτική ήττα τόσο της ίδιας όσο και άλλων συνοδοιπόρων της που υπήρξαν εξίσου χυδαίοι.

Η δική μου εμπειρία (αρχικά επώδυνη, ιδίως για τους οικείους μου) αποκαλύπτει δυο πράγματα. Πρώτον, ότι η επίθεση ξεκίνησε από ΜΜΕ που βρίσκονταν κοντά στον Σύριζα με την εξής σειρά: Αυγή, Documento, ΕΡΤ 1. Τη σκυτάλη πήραν στη συνέχεια τα Μέσα του χυδαίου και ψεκασμένου ακροδεξιού περιθωρίου. Δεύτερον, ο χρυσαυγίτικος λόγος δεν έχει εκλείψει από τη δημόσια ζωή και συνεχίζει να απαντάται ακόμα και μέσα στη Βουλή από συγκεκριμένο αρχηγό κόμματος και των βουλευτών του.

Προσωπικά, αισθάνομαι υπερήφανος για τις επιθέσεις της Χρυσής Αυγής και των μιμητών της. Όπως και για τον αγώνα που δώσαμε με τον Γιώργος Κουβαράς και τους συνεργάτες του στο Action24 από το 2014 ως το 2019 ενάντια στον λαϊκισμό, τον ανορθολογισμό και τη χυδαιότητα που κυριάρχησαν τότε. Κάποιοι, ωστόσο, θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικοί σήμερα και να μην επιμένουν να εκτίθενται.