Από την επαύριον της τραγωδίας των Τεμπών εκτυλίσσεται μια προσπάθεια παραπλάνησης της κοινής γνώμης και, εν τέλει, συγκάλυψης του τι πραγματικά συνέβη. Πολλοί διαδηλωτές, καθοδηγούμενοι από κόμματα και «συλλογικότητες», στοχοποίησαν εξαρχής την Hellenic Train, τον ιδιώτη πάροχο του σιδηροδρομικού έργου που διαδέχθηκε την ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Το δυστύχημα, ωστόσο, ήταν αποτέλεσμα της κακοδαιμονίας του ΟΣΕ, του δημόσιου οργανισμού στον οποίο ανήκει το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας μας. Ο δε μοιραίος σταθμάρχης της Λάρισας ήταν δημόσιος υπάλληλος που μετατάχθηκε στον ΟΣΕ με τη διαδικασία της κινητικότητας.
Έκτοτε, χιλιάδες διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους των ελληνικών πόλεων με συνθήματα ενάντια στα «κέρδη» και τους «ιδιώτες» αλλά χωρίς καμία αναφορά στο κατεξοχήν επίδικο. Την κακοδιαχείριση ενός δημόσιου οργανισμού, του ΟΣΕ, που έχει κατ’ επανάληψη απασχολήσει τον δημόσιο διάλογο για τα ελλείματα, τις ανεπάρκειες, τη διαφθορά και την κακοδιοίκησή του. Όλη η προσπάθεια πολλών εκ των διοργανωτών των διαδηλώσεων φαίνεται να γίνεται για να συγκαλυφθεί αυτή η απλή αλήθεια.
Ταυτόχρονα, υπάρχει μια παράλληλη προσπάθεια υπονόμευσης του θεμέλιου λίθου όχι μόνο του ποινικού μας συστήματος αλλά της ίδιας της φιλελεύθερης δημοκρατίας μας που είναι η ατομική ευθύνη. Αίφνης, όποιος τολμά να μιλήσει για τη βασική και πρωταρχική ευθύνη του σταθμάρχη αλλά και των συναδέλφων και προϊσταμένων του θεωρείται ύποπτος ότι επιχειρεί να συγκαλύψει τις ευθύνες της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού.
Διάφοροι επιχειρηματίες του θυμικού και γνωστές τηλεπερσόνες που έκαναν καριέρα στην εύπεπτη και ανάλαφρη τηλεοπτική ζώνη, έχουν μετατραπεί σε σοβαροφανείς κήνσορες που κατακεραυνώνουν το πολιτικό σύστημα για τις ευθύνες του. Κάποιοι ονειρεύονται να επιστρέψουν τη χώρα στο 2012 για να ξαναζήσουμε το 2015. Θα ήταν κρίμα ένα λάθος να το διορθώσουμε με ένα μεγαλύτερο λάθος.
Η κυβέρνηση έχει την πρωταρχική ευθύνη γιατί δεν κατάφερε να ανατάξει τον ΟΣΕ στα τέσσερα χρόνια της θητείας της. Η ευθύνη της έγκειται στο ότι ενώ προσπάθησε δεν πρόλαβε να διορθώσει και, εν τέλει, δεν κατάφερε να συγκρουστεί με όλες τις παθογένειες του ΟΣΕ. Όμως, πάει πολύ να κουνούν το δάκτυλο αυτοί που υπερασπίζονται τις παθογένειες του ΟΣΕ και του ελληνικού δημοσίου. Που αντιστέκονται σε κάθε μορφή αξιολόγησης και λογοδοσίας του προσωπικού και των δομών του. Που ήταν απέναντι σε κάθε αλλαγή προς το καλύτερο.
Απέναντι στον εκσυγχρονισμό των τηλεπικοινωνιών, μακριά από το μονοπώλιο του ΟΤΕ που επέβαλε πολυετείς αναμονές για μια τηλεφωνική γραμμή. Απέναντι στον εκσυγχρονισμό των αερομεταφορών, μακριά από το μονοπώλιο της Ολυμπιακής των ελλειμμάτων, των καθυστερήσεων και των ματαιώσεων των πτήσεων. Απέναντι στον εκσυγχρονισμό των περιφερειακών αεροδρομίων, των αυτοκινητόδρομων κ.ο.κ.
Το ελληνικό δημόσιο έχει επιδείξει μεγάλες δυνατότητες. Το βράδυ του τραγικού δυστυχήματος ένας ολόκληρος μηχανισμός από γιατρούς και νοσηλευτές του ΕΣΥ, από πυροσβέστες, αστυνομικούς και διασώστες των ΕΜΑΚ ανταποκρίθηκε με αυταπάρνηση. Όμως, ταυτόχρονα θα ήταν παράλογο να παραβλέψουμε τον κυρ-Βασίλη, τον μοιραίο σταθμάρχη στη Λάρισα, τον επιθεωρητή του, που έσπευσε να πάρει αναρρωτική, τον γιατρό που του την έδωσε και τους συναδέλφους του που τον άφησαν μόνο στο κρίσιμο πόστο.
Το χρωστάμε στους εαυτούς και στα παιδιά μας αλλά και στους 57 νεκρούς μας, που τόσο άδικα και τόσο βίαια έφυγαν από τη ζωή, να παλέψουμε ενάντια σε αυτές τις εστίες ανευθυνότητας. Εν τέλει, ο εκσυγχρονισμός και ο εξευρωπαϊσμός του κράτους μας, συνολικά, είναι όρος εθνικής επιβίωσης. Και γι’ αυτόν αξίζει να προσπαθήσουμε.
Τέλος, αν η αξιοπιστία του πολιτικού μας συστήματος έχει τραυματιστεί, εξαιτίας του πολύνεκρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος, αυτή δεν πρόκειται να ανανήψει από τον κ. Νίκο Παππά σε ρόλο κατηγόρου. Ας συμφωνήσουμε στο αυτονόητο: ότι ένας καταδικασθείς για παράβαση καθήκοντος από 13 Αεροπαγίτες και Συμβούλους Επικρατείας δεν μπορεί να κουνά το δάκτυλο. Και πως η προσπάθεια να βγει από το κάδρο ο πρώην Υπουργός, Χρήστος Σπίρτζης, θα είχε περισσότερη πιθανότητα επιτυχίας αν τον αντικαθιστούσε κάποιος χωρίς τα βάρη του κ. Παππά. Και πως, εν τέλει, ελλοχεύει ο κίνδυνος κάποιος κακόπιστος να μέμφονταν την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ ως προσπάθεια «εξαγνισμού» του κ. Παππά μέσω μιας εθνικής τραγωδίας, την ώρα που άλλες είναι οι προτεραιότητες της ελληνικής κοινωνίας και άλλες θα έπρεπε να είναι και των κομμάτων της, ιδίως των πιο μεγάλων.