Συζητήθηκε σήμερα στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, ο νέος οργανισμός του ΥΠΕΞ που, εκτός των άλλων, αναβαθμίζει και εξορθολογίζει την οικονομική διπλωματία. Στην ομιλία μου επισήμανα το πνεύμα της μεταρρύθμισης αλλά και κάποια σημεία που χρήζουν μιας περαιτέρω επεξεργασίας, όπως τα νοσήλια και η ασφαλιστική κάλυψη των εκπροσώπων μας στο εξωτερικό. Σε μια δεύτερη φάση, χρήσιμη θα ήταν η εισαγωγή του θεσμού του μόνιμου υπηρεσιακού υφυπουργού.
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία μου στην Επιτροπή Εθνικής Άμυνας & Εξωτερικών Υποθέσεων:
Καταρχάς να ξεκινήσω με ένα θετικό σχόλιο, επειδή είναι η πρώτη φορά που παίρνω το λόγο στην αξιότιμη Επιτροπή σας, την Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας – ήμουν σε άλλη Επιτροπή και προσφέρθηκα πρόσφατα – ότι εντυπωσιάζομαι θετικά από το κλίμα και το εποικοδομητικό που υπάρχει στην Επιτροπή. Έγινε μια διεξοδική συζήτηση που παρακολούθησα κι εγώ με πολύ ενδιαφέρον και χάρηκα πραγματικά και τις παρατηρήσεις όλων των συναδέλφων και το κλίμα διαλόγου το πολύ ουσιαστικό, ειδικά στη δική μας εδώ Επιτροπή.
Το δεύτερο, επειδή δεν μπορώ να αφήσω αναπάντητη μια πρόκληση του Εισηγητή της Πλειοψηφίας, του φίλου κ. Μπογδάνου, στην αρχή της πρωτολογίας του πριν μέρες, να πω ότι, ό,τι κι εάν πιστεύει κανείς για την ελληνική διπλωματία και τις επιδόσεις της στο εξωτερικό και γίνεται μεγάλη κουβέντα καμιά φορά και μηδενιστικά στο εσωτερικό της πατρίδας μας, το βέβαιον είναι ότι οι γείτονές μας, όλοι οι γείτονές μας ανεξαιρέτως, θεωρούν ότι η Ελλάδα έχει την καλύτερη εξωτερική πολιτική και την καλύτερη διπλωματία στην περιοχή, ίσως και πέρα από την περιοχή. Είναι με ζήλια οι Τούρκοι, οι Βούλγαροι, οι υπόλοιποι στα Βαλκάνια που βλέπουν την ελληνική διπλωματική προσπάθεια και αυτό αντανακλά όχι μόνο τις επιλογές της κυβέρνησης, της εκάστοτε κυβέρνησης για να είμαι δίκαιος, αντανακλά και το επίπεδο των διπλωματών μας και των στελεχών συνολικά του Υπουργείου Εξωτερικών και πρέπει να λέγεται αυτό.
Η μεγάλη μεταρρύθμιση του νομοσχεδίου, βεβαίως, είναι η συγκέντρωση και ο εξορθολογισμός κυρίως στο επίπεδο της οικονομικής διπλωματίας, που είναι ένας τομέας πιο καινούργιος, πιο φρέσκος και εξαιρετικά χρήσιμος στις σημερινές συνθήκες. Σε άλλες χώρες απασχολεί περίπου το 90% της εξωτερικής πολιτικής τους η οικονομική διπλωματία, αναφέρομαι σε χώρες όπως η Ολλανδία για παράδειγμα και άλλοι Ευρωπαίοι. Η Ελλάδα, βεβαίως, έχει ανοικτά γεωστρατηγικά ζητήματα και δεν έχει την πολυτέλεια να επικεντρώνεται μόνο στην οικονομική διπλωματία, όμως από αποπαίδι της εξωτερικής προσπάθειας της χώρας γίνεται τώρα κεντρικό σημείο αναφοράς και αυτό είναι σημαντικό.
Τα υπόλοιπα δύο που εξορθολογίζονται και υπάρχει έντονος ο μεταρρυθμισμός είναι, βεβαίως, ο απόδημος ελληνισμός. Εδώ θα κάνω μια παρατήρηση. Δεν θα πρέπει το ΣΑΕ να γίνει δικαιολογία του ελληνικού πολιτικού συστήματος, το οποίο συχνά ομοίει στις αρετές και τον πλούτο της ελληνικής ομογένειας για να μην κάνει τίποτα ουσιαστικό στη συνέχεια για την σύζευξη και αξιοποίηση αυτής της ομογένειας στο εσωτερικό. Πιστεύω ακράδαντα ότι, ό,τι κι αν λέμε για την ομογένεια, υπάρχει μια ισχυρή διαχρονικά γραμμή κοτζαμπασισμού στην Ελλάδα, από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους, που δεν θέλει την ομογένεια παρούσα. Το είδαμε αυτό, για παράδειγμα, στην αντίδραση πολλών στα Συμβούλια Ιδρύματος στα Ελληνικά Πανεπιστήμια όταν ήρθαν το 2011, αντίδραση από ένα συντηρητικό αντιδραστικό κατεστημένο στο εσωτερικό που δεν ήθελε τους διαπρεπείς Έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού να φέρουν τη γνώση τους στο ελληνικό ακαδημαϊκό περιβάλλον για να το αναβαθμίσουν. Νομίζω ότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε οι πάντες ότι η Ελλάδα είναι έθνος διασπορικό κατεξοχήν και ότι αυτές οι σχέσεις με τη διασπορά πρέπει να είναι πολλαπλές, σε όλα τα επίπεδα, στην παιδεία, την οικονομία, τον πολιτισμό, την κοινωνία και να γίνει συνείδηση πλήρως από το πολιτικό μας σύστημα αυτού του πλούτου και αυτής της ανάγκης αξιοποίησης στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης.
Το τρίτο αφορά τη δημόσια διπλωματία, η οποία σε συνθήκες διαδικτύου, μέσων ενημέρωσης, αποκτά πολύ σημαντικό ρόλο, το πώς επηρεάζουμε τη διεθνή κοινή γνώμη και στο ζήτημα της Τουρκίας, αλλά και σε πολλά άλλα ζητήματα. Για παράδειγμα, στο προσφυγικό μεταναστευτικό είχαμε μία επίθεση σε βάρος της χώρας μας στα ζητήματα αυτά και από τους Τούρκους και από άλλους και εκεί πρέπει να έχουμε πάρα πολύ καλά οργανωμένη την απάντηση και συνεχή παρουσία στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, συστηματικά και όχι περιστασιακά και μόνο σε περίοδο κρίσης και αυτό είναι σημαντικό να το πούμε.
Από εκεί πέρα, αν σημείωνα κάποιες παρατηρήσεις, οι οποίες ήδη έγιναν, θα έλεγα τούτο, ότι θα πρέπει να υπάρξει μια προσοχή στο πώς θα συντονιστούν αυτοί οι 3 πυλώνες τώρα με τους οποίους οργανώνεται το Υπουργείο, ιδίως στο εξωτερικό όπου η εκπροσώπηση της χώρας παραμένει με Επικεφαλής τον Πρέσβη, τον εκάστοτε Πρέσβη σε κάθε χώρα. Το πώς θα συντονίζονται αυτοί οι 3 πυλώνες των πολιτικών υποθέσεων από τη μια της δημόσιας διπλωματίας διασποράς και της οικονομικής διπλωματίας από την άλλη, είναι κρίσιμο και σημαντικό.
Θα πρέπει ίσως σε μια δεύτερη φάση, να σκεφτούμε την εισαγωγή του θεσμού του Υπηρεσιακού Υφυπουργού, που τον έχουμε συζητήσει πολλές φορές στη χώρα μας και που θα διευκολύνει ακριβώς αυτόν τον συντονισμό και την «εθνική μνήμη», που είπε και ο Ανδρέας Λοβέρδος.
Ως προς τη μείωση των οργανικών θέσεων, έχω κι εγώ μια απορία ιδίως γιατί η χώρα μας θα πρέπει να ανοίξει και νέες Πρεσβείες σε νέες χώρες, καθώς επεκτείνει την διπλωματική της προσπάθεια. Είναι κάτι το οποίο το έχει πει και ο Υπουργός, κ. Δένδια εσείς στην Ολομέλεια, προς την Αφρική και προς περιοχές όπου η χώρα μας δεν είχε την εκπροσώπηση που χρειάζονταν.
Σε κάποια σημεία το νομοσχέδιο γίνεται ίσως εξαιρετικά λεπτομερειακό και δύσκαμπτο. Ανέφερε η κυρία Μπακογιάννη το ζήτημα της μεταφραστικής. Ίσως εκεί υπάρχει μία υπερβολή υπερύθμισης που θα έπρεπε ίσως να την δούμε, όπως και το οργανόγραμμα το οποίο μπαίνει σε τρομερές λεπτομέρειες και χρειάζεται μόνο νόμο για να αλλάξει, είναι ένα ίσως ζήτημα.
Στο ζήτημα των γλωσσών. Είμαι γαλλόφωνος και θαυμαστής του μεγάλου γαλλικού πολιτισμού, αλλά ίσως η επαναφορά των γαλλικών αποκλειστικά ως της 2ης γλώσσας στις εξετάσεις των διπλωματών να μην συνάδει με την νέα εποχή, όπου καλά τα αγγλικά φυσικά, οι διπλωμάτες όμως μπορούν και πρέπει να γνωρίζουν και τα ισπανικά, γιατί υπάρχει ένας ολόκληρος ισπανόφωνους κόσμος, τα αραβικά, τα ρωσικά, τα κινέζικα κατεξοχήν. Ίσως να το δείτε αυτό, κύριε Υπουργέ.
Και τελειώνω πολύ γρήγορα, με τα νοσήλια. Πραγματικά κι εγώ με έκπληξη έχω μάθει ότι οι διπλωμάτες μας εκτός Ευρώπης δεν έχουν νοσήλια. Νομίζω πρέπει να το δούμε πάρα πολύ προσεκτικά αυτό και για λόγους ουσιαστικούς, νοσηλείας και αξιοπρέπειας του ελληνικού κράτους και των λειτουργών του στο εξωτερικό, αλλά και για λόγους οικονομικούς. Πρέπει να υπάρξει μια ασφάλεια, ιδιωτική ασφάλεια, υπάρχουν πάρα πολλές επιλογές στην αγορά, που να καλύπτει με χαμηλό κόστος και ουσιαστικά όσους υπηρετούν εκτός Ευρώπης και να μην υπάρχει και το πρόβλημα των υπέρογκων νοσηλίων εκ των υστέρων, όπως προτείνει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στην τροπολογία του και να πρέπει το κράτος να καλύπτει αυτά.
Μία ασφαλιστική κάλυψη, νομίζω θα έλυνε το πρόβλημα με τον πιο ουσιαστικό τρόπο όπως κάνουν και οι ξένοι, οι ξένες Πρεσβείες εδώ στην Αθήνα ή όπου αλλού.
Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό.
Σας ευχαριστώ για το χρόνο σας. Ήταν κάποιες παρατηρήσεις που είχα να κάνω, επικεντρώνοντας ωστόσο στο μεταρρυθμιστικό και ουσιαστικό πνεύμα που διέπει το νομοσχέδιο που προχωρά μπροστά στη νέα δομή του Υπουργείου που χρειαζόμαστε για τον 21ο αιώνα.