Γράφει ο Δημήτρης Καιρίδης: Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Βουλευτής ΝΔ, Β1 Βόρειου Τομέα Αθηνών
Η επανεκλογή του Ταγίπ Ερντογάν την Κυριακή αναμένεται να είναι άνετη και πανηγυρική. Την επομένη, 29 Μαΐου, στην επέτειο της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, ετοιμάζει μια μεγάλη φιέστα για τη «στέψη» του ως του νέου Ατατούρκ, «πατέρα» των Τούρκων. Ήδη, είναι ο μακροβιότερος ηγέτης της Τουρκικής Δημοκρατίας και, σίγουρα, αυτός με τη μεγαλύτερη επιρροή μετά τον ιδρυτή της, Μουσταφά Κεμάλ.
Η φιέστα στην Κωνσταντινούπολη έχει στόχο να υπογραμμίσει την ανεξίτηλη σφραγίδα που έβαλε ο Ερντογάν στη νέα Τουρκία. Μια Τουρκία που αποδέχεται το οθωμανικό παρελθόν και τη μουσουλμανική της ταυτότητα με τρόπο που θα ήταν αδιανόητος για τον Κεμάλ. Και που με αυτοπεποίθηση αυτονομείται από τη Δύση, τους σχεδιασμούς και τις αξίες της, και στρέφεται ευρω-ασιατικά, σε μια περιπλάνηση που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πού θα καταλήξει.
Η νίκη του Ερντογάν επισφραγίζει τη δημοκρατική οπισθοδρόμηση της σημερινής Τουρκίας και τη στροφή της στον αυταρχισμό. Ο αυταρχισμός στο εσωτερικό δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται, αργά η γρήγορα, με την επιθετικότητα και τον αναθεωρητισμό στο εξωτερικό. Προσωρινά, ο ίδιος ο Ερντογάν θα εμφανίζεται ως ο μετριοπαθής μιας εθνικιστικής κυβέρνησης. Αυτός με τον οποίο οι Δυτικοί θα προσπαθήσουν να βρουν μια ισορροπία. Όμως, ήδη περιστοιχίζεται από ακραίους ενώ η προεκλογική του εκστρατεία βασίστηκε στον εθνικιστικό παροξυσμό για να αποτρέψει τη συζήτηση επί των οικονομικών. Εν τέλει, ότι και να κάνει ο ίδιος, η Τουρκία έχει χαράξει πορεία απομάκρυνσης από την Ευρώπη, με ότι αυτό σημαίνει για το τέλος της προοπτικής του Ελσίνκι αλλά και την περιφερειακή σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα έχει μπροστά της μια μεγάλη δυσκολία για να διαχειριστεί με αποτελεσματικότητα αυτή τη νέα πραγματικότητα, επιμένοντας στην αναβάθμιση της αποτρεπτικής της ισχύος και των διεθνών της ερεισμάτων.