Το διπλωματικό επεισόδιο στην Τρίπολη της Λιβύης φέρνει εκ νέου στο προσκήνιο το βάθος που έχει αποκτήσει η επιρροή της Τουρκίας στην εκεί κυβέρνησή και αναδεικνύει τους κινδύνους μιας περαιτέρω κλιμάκωσης της ελληνο-τουρκικής έντασης, μέσω Λιβύης.
Επενδύοντας μέσα από ένα πακτωλό στρατιωτικής βοήθειας και σύγχρονου εξοπλισμού, η Άγκυρα έχει πλέον ισχυρά ερείσματα στην Τρίπολη, όπως δείχνει και το τουρκολυβικό μνημόνιο, που είναι και το πιο σοβαρό τελεσμένο που έχει επιχειρήσει μέχρι σήμερα η Τουρκία σε βάρος της χώρας μας.
Σε αυτό το αρνητικό τοπίο, η Αθήνα, χωρίς στρατιωτικά ερείσματα στη βορειοαφρικανική χώρα αλλά μέσω της διπλωματίας και της ευρωπαϊκής της επιρροής, έχει να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο που συνεπάγεται η τυχόν ενεργοποίηση του τουρκολυβικού συμφώνου, το οποίο, στην πραγματικότητα, συνιστά εφαρμογή του πολεμικού δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Το τουρκικό καθεστώς βρίσκεται σε φάση σχεδιασμού των επόμενων βημάτων του, μετά τη διάψευση των προσδοκιών του για επίσπευση της υπόθεσης της αναβάθμισης των F-16 από τυχόν επικράτηση των Ρεπουμπλικάνων στην αμερικανική Γερουσία. Στη Λιβύη έχει επενδύσει πολλά, με στρατό, drones, μισθοφόρους, κεφάλαια, και έχει αναλάβει το ρίσκο να εμπλακεί στον εκεί εμφύλιο για να πιέσει την Αίγυπτο και την Ελλάδα, στο πλαίσιο της ευρύτερης φιλοδοξίας της να ηγεμονεύσει στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα και η Αίγυπτος είναι τα δύο κράτη της Αν.Μεσογείου που θίγονται περισσότερο από τις εξελίξεις. Στην περίπτωση της Αθήνας, ο κίνδυνος εμπλοκής έχει κάνει με μια νέα πλέον «μετάσταση» της ελληνο-τουρκικής έντασης, από το Αιγαίο και την Κύπρο, στη Λιβύη. Στην περίπτωση του Καΐρου, η Λιβύη αποτελεί την «αυλή» της Αιγύπτου και κάθε παρέμβαση τρίτου δεν είναι καθόλου ευπρόσδεκτη.
Η αλήθεια είναι ότι η δυναμική μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης, μέσω της Λιβύης, μπορεί να ενεργοποιηθεί ανά πάσα στιγμή. Σε αυτό το πλαίσιο, η Αθήνα οφείλει να υπενθυμίζει διαρκώς στους εταίρους της (ΗΠΑ, ΕΕ) ότι εκτός της Ουκρανίας, είναι και η Αν.Μεσόγειος που έχει τα δικά της κενά ασφαλείας, τα οποία εκμεταλλεύεται ο τυχοδιώκτης Ερντογάν.
Οι μεν ΗΠΑ, αφενός έχουν απορρίψει το τουρκολιβυκό σύμφωνο, στέλνοντας σαφές μήνυμα στην κυβέρνηση Ντμειμπά ότι δεν έχει δικαίωμα να δεσμεύει την χώρα με διεθνείς συμφωνίες, αφετέρου έχουν δεσμευθεί, μέσω του ΥΠΕΞ Α. Μπλίνκεν, να εξαντλήσουν την επιρροή τους προκειμένου να επανεκκινήσουν οι συζητήσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με την Ελλάδα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ωστόσο τηρεί μια πολύ πιο αμήχανη στάση. Αν και έχει δεδομένα συμφέροντα στην περιοχή – μέσω Λιβύης περνά ο κεντρικός μεσογειακός διάδρομος προσφύγων και μεταναστών- εντούτοις η ΕΕ των 500 εκατ. πληθυσμού και των 17 τρισ. ευρώ AEΠ, δεν έχει ξεκάθαρη και δυναμική άποψη για το θέμα. Εφησυχάζει, αργοπορεί και διαφωνεί, όπως δείχνουν οι διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας.
Στόχος της ελληνικής διπλωματίας πρέπει να είναι να πειστούν οι εταίροι μας, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί ότι η Λιβύη είναι ωρολογιακή βόμβα και πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν για να μη σκάσει και αποτελέσει πεδίο ευρύτερης σύγκρουσης. Ο όποιος ενδεχόμενος κατευνασμός της Τουρκίας επιταχύνει την απομάκρυνση της από τη Δύση, στο πλαίσιο πάντα του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας». Η ευρωασιατική της στροφή θα ενταθεί, η ρήξη με τη Δύση θα μεγαλώσει, το ίδιο και η διολίσθησή της προς τον αυταρχισμό.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η ένταση με τα γειτονικά της κράτη θα καταστεί μονόδρομος. Καμία χώρα της περιοχής δεν επιθυμεί να δει την Τουρκία να εφαρμόζει την ηγεμονική της ατζέντα στην Αν.Μεσόγειο. Δυστυχώς, στο εξωτερικό, υπάρχουν πολλοί ακόμη που στέκονται στο γραφικό του Ερντογάν, χωρίς να βλέπουν την ουσία που κρύβει το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει, με κάθε τρόπο, να αναδεικνύει τις συγκρουσιακές πτυχές της τουρκικής πολιτικής στους Ευρωπαίους, οι οποίοι πρέπει να πάψουν να πιστεύουν ότι το μόνο πρόβλημα ασφαλείας της ΕΕ προέρχεται εξ ανατολάς αλλά να στρέψουν το βλέμμα και προς τον νότο και την περιοχή μας. Δεν επιτρέπεται στην Ευρώπη να συνεχίζει να εφησυχάζει για τα νότια σύνορά της, την ώρα που οι Αμερικανοί έχουν, σε έναν βαθμό, αποσυρθεί, και η ίδια να μην έχει πολιτική, αφήνοντας μικρότερες δυνάμεις, όπως η Τουρκία, να μονοπωλούν το «παιχνίδι» στη Λιβύη.