Η προβολή των ελληνικών θέσεων διεθνώς είναι μια δύσκολη υπόθεση. Χρειάζεται κανείς να μπορεί να μιλά σε μια γλώσσα κατανοητή στους τρίτους που να πείθει με επιχειρήματα. Δυστυχώς, πολλοί από αυτούς που συμμετέχουν στον ελληνικό δημόσιο διάλογο για την Τουρκία είναι “εσωτερικής κατανάλωσης”. Κάποιοι δεν μπορούν αλλιώς, κάποιοι δεν ενδιαφέρονται, γιατί τα “ψηφουλάκια” και η “τηλεθέαση” είναι εντός. Λένε, λοιπόν, διάφορα για να τα ακούμε μεταξύ μας και να χαιρόμαστε…
Όμως, μεγαλύτερη σημασία δεν έχει τι λέμε εδώ μεταξύ μας για την Τουρκία, στα κανάλια ή τη Βουλή, αλλά να υπερασπιζόμαστε τις ελληνικές θέσεις σε διεθνείς συναντήσεις και συζητήσεις. Να έχουμε πρόσβαση, να έχουμε επιχειρήματα, να έχουμε το αφήγημα που πείθει. Η Ελλάδα έχει όλα τα ισχυρά επιχειρήματα για να πείσει. Αρκεί να έχει και την εκπροσώπηση, που οργανωμένα, έξυπνα και αποτελεσματικά θα προωθήσει τις ελληνικές θέσεις διεθνώς. Το “παιχνίδι” έχει διευρυνθεί. Ο αγώνας ενάντια στην επιθετικότητα της Τουρκίας δίνεται και στο πεδίο της διεθνούς κοινής γνώμης και θα είναι μακροχρόνιος και επίπονος.
Στο πλαίσιο αυτό, το think-tank των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών, του κυβερνώντος κόμματος της Γερμανίας, Konrad Adenauer Stiftung, οργάνωσε ένα debate στις 4 Νοεμβρίου για τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις. Απέναντί μου ήταν ο Τούρκος βουλευτής του κυβερνητικού AKP (Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) και πρώην Υπουργός, Akif Çağatay Kılıç, που εκλέγεται στη Σαμψούντα.
Μέσα σε 5′ προσπάθησα να καταδείξω σε κάθε καλόπιστο ξένο που θέλει να ακούσει ότι η ένταση στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις δεν οφείλεται σε “παρεξήγηση” ή σε έναν “σκυλοκαβγά” δυο κακών γειτόνων, όπως κάποιοι στο εξωτερικό επιμένουν να “πιστεύουν”, αλλά στην εσκεμμένη και συστηματική προσπάθεια της Τουρκίας να επιβάλει όχι την ισχύ του δικαίου αλλά το “δίκιο” του ισχυρού (όπως νομίζει).
Ολόκληρη η συζήτηση εδώ: