Οι τέσσερις απειλές για την αυτοδυναμία (liberal.gr)

Ενόψει των προσεχών εκλογών, πρέπει να τονιστεί ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού. Αντιθέτως, η όποια ενδεχόμενη βεβαιότητα μιας άκοπης και εύκολης επικράτησης της ΝΔ, μετά τη νίκη της 21ης Μαΐου, ενέχει κινδύνους.

H κάλπη της 25ης Ιουνίου είναι άδεια και πρέπει να ξαναγεμίσει με ψηφοδέλτια από την αρχή.

Στον δρόμο προς την αυτοδυναμία υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι, με πρώτο την παραπλανητική σιγουριά και την ευφορία ενός τμήματος των ψηφοφόρων μας, που ίσως θεωρούν ότι οι εκλογές τελείωσαν πριν καν γίνουν.

Ο δεύτερος αφορά την πιθανότητα να μπουν στη Βουλή επιπλέον κόμματα, ανεβάζοντας το όριο της αυτοδυναμίας.

Διαφορετικά δεδομένα δημιουργεί μια πεντακομματική Βουλή, όπως η σημερινή, και διαφορετικά μια επτακομματική ή οκτακομματική Βουλή.

Κάθε κόμμα που μπαίνει στη Βουλή αποσπά περίπου 10 έδρες, εκ των οποίων τις περισσότερες, δηλαδή τέσσερις, παίρνει από το μεγαλύτερο, δηλαδή τη ΝΔ.

Τα σενάρια για την αυτοδυναμία μιλούν από μόνα τους και εξηγούν γιατί τίποτα ακόμη δεν έχει τελειώσει. 

  • Αν το αθροιστικό ποσοστό των κομμάτων που έμειναν εκτός Βουλής, διατηρηθεί στο 16% και στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, τότε για να πετύχει αυτοδυναμία το πρώτο κόμμα θα πρέπει να πάρει τουλάχιστον 35,75%.
  • Αν το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνει εκτός Βουλής είναι 15%, τότε η αυτοδυναμία απαιτεί 36%.
  • Αν εκτός Βουλής μείνει π.χ. ένα 13%, ο πήχης της αυτοδυναμίας ανεβαίνει στο 36,5%.
  • Αν εκτός Βουλής μείνει ένα 10%, δηλαδή εισέλθουν δύο ακόμη κόμματα στην Βουλή, τότε το όριο της αυτοδυναμίας ανεβαίνει κι άλλο, στο 37,5%.
  • Κι αν εκτός Βουλής μείνει ένα 6%, δηλαδή εισέλθουν στην Βουλή επιπλέον 3 κόμματα, τότε το πρώτο κόμμα θα χρειαστεί 38,5% για να πετύχει αυτοδυναμία.

Η αριθμητική επομένως δείχνει ότι η αποσυσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με τον όποιο δικό μας εφησυχασμό, μπορεί να ενισχύσει τα μικρά κόμματα, στα αριστερά και στα δεξιά του πολιτικού σκηνικού, διαμορφώνοντας αρκετά ψηλά το όριο της αυτοδυναμίας. 

Ένας τρίτος κίνδυνος είναι να μονοπωληθεί η προεκλογική περίοδος από τον ανταγωνισμό ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ για την πρωτοκαθεδρία στην αντιπολίτευση. Έτσι μπορεί να δημιουργηθούν συνθήκες ασφυξίας για τους εκπροσώπους της ΝΔ που θα δυσκολευτούν να ξεδιπλώσουν το όραμά τους για το μέλλον και να εξηγήσουν στην κοινή γνώμη το κρίσιμο διακύβευμα των εκλογών.

Οι εκλογές γίνονται πρωτίστως για να βγει κυβέρνηση και ο ανταγωνισμός στην κεντροαριστερά μπορεί να έχει επικοινωνιακό και πολιτικό ενδιαφέρον όμως μπορεί να δυσκολέψει την επανασυσπείρωση των δυνάμεων της ΝΔ. Και το κυριότερο, σε μια τέτοια περίπτωση, είναι να υπάρξουν διαρροές ψηφοφόρων της ΝΔ που, προερχόμενοι από την κεντροαριστερά, μπορεί να επιλέξουν να βοηθήσουν το ΠΑΣΟΚ στη μάχη του με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Υπάρχει φυσικά κι ένας τέταρτος κίνδυνος, αυτός της αλαζονείας και της υπεροψίας. Η κοινωνία δεν θέλει μια ανεξέλεγκτη κυβέρνηση. Κι αυτό που πρέπει να εξηγήσουμε στο εκλογικό σώμα είναι ότι εμείς δεν διεκδικούμε καμία κυριαρχία αλλά την αυτοδυναμία για να προχωρήσει γρήγορα η χώρα μπροστά. 

Δεν βλέπουμε τη νίκη στις εκλογές ως μια «λευκή επιταγή», αλλά ως μια ξεκάθαρη εντολή του ελληνικού λαού, ο οποίος έτσι μας καθιστά αποκλειστικά υπεύθυνους για τα όποια ενδεχόμενα λάθη και παραλείψεις κάνουμε από εδώ και στο εξής.

Η συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια εξέλιξη από την οποία πρέπει όλες οι πολιτικές δυνάμεις να διδαχθούμε. Το σημερινό εκλογικό σώμα είναι ευμετάβλητο και εύκολα εκδικείται αν θεωρήσει ότι το κορόιδεψες, όπως συνέβη στον Αλέξη Τσίπρα και στον ΣΥΡΙΖΑ.

Το 2019 ο ελληνικός λαός έδωσε στον κ. Τσίπρα μια δεύτερη ευκαιρία. Έστειλε τον ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση με σημαντική δύναμη. Του έδωσε ένα υψηλό ποσοστό, 31,5%, το οποίο αθροιστικά με εκείνο του Γιάνη Βαρουφάκη, έφτανε εκείνο που είχε λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Το μήνυμα του λαού προς τον ΣΥΡΙΖΑ τότε ήταν ότι απαιτεί από αυτόν να γίνει μια αξιόπιστη αξιωματική αντιπολίτευση και μια σοβαρή εναλλακτική για τη διακυβέρνηση της χώρας.

Την ευκαιρία εκείνη ο Αλέξης Τσίπρας τη σπατάλησε. Στις εκλογές του Μαΐου, το εκλογικό σώμα τιμώρησε τον ίδιο και τον ΣΥΡΙΖΑ με μια στρατηγική ήττα, επειδή δεν έκανε τη δουλειά που τους είχε αναθέσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα.

Το πάθημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα μάθημα προς όλα τα πολιτικά κόμματα. Κατά συνέπεια, απαιτείται σοβαρότητα, σωφροσύνη και αυτοσυγκράτηση τόσο στο δρόμο προς τις προσεχείς εκλογές όσο και μετά από αυτές στη διακυβέρνηση της χώρας.

* Ο Δημήτρης Καιρίδης είναι Βουλευτής ΝΔ, Β1 Βόρειου Τομέα Αθηνών