Με επικεφαλής, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, τον έμπειρο διπλωμάτη Παύλο Αποστολίδη μεταβαίνει η ελληνική αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη στις 25 Ιανουαρίου προκειμένου να λάβει μέρος στον 61ο γύρο διερευνητικών επαφών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, μετά από μία διακοπή πέντε ετών.
Όσο δύσκολη ήταν η επανέναρξη των συνομιλιών άλλο τόσο δυσκολη αναμένεται να είναι και η εξέλιξη τους με δεδομένο ότι Αθήνα και Άγκυρα προσέρχονται στο τραπέζι του διαλόγου με διαφορετική ατζέντα. Η ελληνική πλευρά επιμένει στην πάγια θέση της εδώ και δεκαετίες ότι το ζήτημα που απαιτεί επίλυση είναι ένα και αφορά την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών (χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ), ενώ από την άλλη η Άγκυρα επιχειρεί να ανοίξει την ατζέντα προκειμένου να τεθούν ζητήματα όπως αποστρατικοποίηση νησιών. Στην πραγματικότητα όμως δεν έχουν αποσαφηνιστεί τα ζητήματα που πρόκειται να θέσει η τουρκική πλευρά όταν θα καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου.
«Αυτό δεν το δέχεται ούτε η Ευρώπη, η οποία στα Συμπεράσματα του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου συμφωνεί ότι το θέμα είναι ένα, από εκεί και πέρα βρήκαμε τις διερευνητικές ήδη από τις αρχές του 2000 για να ξεπεράσουμε αυτό το πρόβλημα ασυμφωνίας της ατζέντας», εξηγεί στο euronews ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Δημήτρης Καιρίδης και προσθέτει: «Εμείς πηγαίνουμε στην Κωνσταντινούπολη με ατζέντα επίλυσης, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, λέμε μάλιστα ότι αν η συζήτηση δεν μπορεί να προχωρήσει γιατί ο καθένας βλέπει τα πράγματα διαφορετικά, να υπάρχει και ένας μηχανισμός επίλυσης από ένα δικαιοδοτικό όργανο τρίτο και αντικειμενικό όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, άρα βαζουμε ένα πλαίσιο ειλικρινούς προσπάθειας επίλυσης. Το πρόβλημα το έχει η Τουρκία. Είναι προφανές ότι ζητήματα κυριαρχίας είναι αδύνατο να συζητηθούν. Στην Ευρώπη του 21ου αιώνα δεν υπάρχουν ζητήματα συνόρων και αμφισβήτησης Συνθηκών όπως επιχειρεί η Τουρκία».
Μετά από πέντε χρόνια παγώματος αλλά και την πολύμηνη ένταση μεταξύ των δύο χωρών, τα απόνερα της οποίας έφτασαν μέχρι τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον, η ελληνική αντιπροσωπεία θα πρέπει πρώτα να διερευνήσει τις προθέσεις της Άγκυρας που είχε αποχωρήσει από τη διαδικασία το 2016.
«Είναι ένα πρώτο θετικό βήμα. Από εκεί και πέρα η Τουρκία ελέγχεται για την ειλικρίνια των προθέσεών της. Το πιθανότερο είναι ότι το κάνει (ότι προσέρχεται στο διάλογο) __επειδή έχει πιεστεί από την ελληνική διπλωματική προσπάθεια, από την Ευρώπη και την Αμερική το τελευταίο διάστημα. Εμείς ευελπιστούμε ότι κάτι θετικό θα βγει και δεν θα χρειαστούν άλλοι 60 γύροι διερευνητικών για να φτάσουμε και πάλι στο ίδιο σημείο», επισημαίνει ο κ. Καιρίδης και καταλήγει σημειώνοντας: «Εμείς κρατάμε μικρό καλάθι. Δεν αιθεροβατούμε και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για αφέλεια. Άλλωστε, γι΄αυτό φέρνουμε με τη διαδικασία του επείγοντος στη Βουλή το νομοσχέδιο για την προμήθεια των Ραφάλ. Μέσα στο 2021 θα τα προμηθευτούμε. Όχι μέσα στο 2030 ή το 2040. Διότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού αμεριμνησίας και αφέλειας».
Κατά τη συνάντηση του με Πρέσβεις χωρών της Ε.Ε. ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε ότι αμέσως μετά τις διερευνητικές έχει συμφωνηθεί συνάντησή του με τον έλληνα ομόλογό του αλλά δεν έχει οριστεί ακόμα η ημερομηνία.