Κώστας Σημίτης, 1936-2025

Οι Έλληνες αποχαιρετούμε τον Κώστα Σημίτη, έναν μεγάλο πολιτικό που σημάδεψε τη μεταπολίτευση, ως πρωθυπουργός την οκταετία 1996-2004, αλλά και, νωρίτερα, ως υπουργός του Ανδρέα Παπανδρέου.

Διακρίθηκε για τη δημοκρατικότητα και τον ευρωπαϊσμό του και συνέβαλε αποφασιστικά στη σοσιαλδημοκρατική μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ. Πιστώνεται την είσοδο της Ελλάδας στην ΟΝΕ, της Κύπρου στην ΕΕ, μια σειρά από μεγάλα δημόσια έργα και την επιτυχή προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004. Κυρίως, όμως, την προσπάθεια αλλαγής του πολιτικού υποδείγματος της μεταπολίτευσης από τον λαϊκισμό στον εκσυγχρονισμό.

Ο Κ. Σημίτης δεν αγαπήθηκε όπως ο προκάτοχός του, Ανδρέας Παπανδρέου, και συμβιβάσθηκε με το βαθύ ΠΑΣΟΚ, με το οποίο ήταν αναγκασμένος να συγκυβερνήσει. Χρεώθηκε τη φούσκα του χρηματιστηρίου, τη διαφθορά πολλών στελεχών του και την ανακατανομή εισοδήματος που χαρακτήρισε τη θητεία του. Η αποτυχία της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, που επιχείρησε, προδίκασε τη δημοσιονομική χρεοκοπία του 2010.

Ψηφίστηκε από πολλούς κεντροδεξιούς, ενώ πολλά στελέχη, που εκείνος ανέδειξε, προσχώρησαν στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αυτό βοήθησε στην άμβλυνση των διαχωριστικών γραμμών και στην εξυγίανση της πολιτικής ζωής, στη βάση ουσιαστικών πολιτικών διαφορών και όχι τεχνητών και ιστορικά ξεπερασμένων πολώσεων.

Φεύγει έχοντας κερδίσει τον σεβασμό αν όχι όλων, σίγουρα πολλών Ελλήνων, που του αναγνωρίζουν τη συνέπεια, την ευγένεια, το προσωπικό ήθος και την ασυμβίβαστη μάχη του, υπέρ μιας ευρωπαϊκής Ελλάδας.

Προσωπικά, είχα την τύχη να τον γνωρίσω από κοντά τα Χριστούγεννα του 1980, σε ένα κοινό οικογενειακό ταξίδι στην Αίγυπτο. Θυμάμαι τις συζητήσεις του με τον πατέρα μου, σχετικά με τις διαφωνίες του με τον επελαύνοντα Ανδρέα Παπανδρέου. Μέσα στο πλήθος των Ελλήνων τουριστών, ξεχώριζε, μαζί με τη γυναίκα του, τα παιδιά και την πεθερά του, για την πνευματικότητα και την «αστική» του συμπεριφορά. Οι προβλέψεις του για τη δική μου μελλοντική πορεία έχουν εν μέρει μόνο επαληθευτεί, κάτι που χαριτολογώντας του επισήμανα τριάντα και χρόνια μετά, όταν τον ξανά συνάντησα για δεύτερη φορά. Η απώλεια του αφορά και το Πάντειο Πανεπιστήμιό μας, όπου υπηρέτησε ως διαπρεπής πανεπιστημιακός. Αυτονόητα, στέλνω κι εγώ τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια στη γυναίκα του Δάφνη, τις κόρες του και τους λοιπούς οικείους του.