Κάτι τρέχει με τον Ερντογάν;

2.6.2018

Στις εκλογές της 24ης Ιουνίου στην Τουρκία, ο Ταγίπ Ερντογάν είναι το αδιαφιλονίκητο φαβορί. Παρόλα αυτά, ο ίδιος δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης παρατάθηκε, για μια ακόμα φορά, και ο έλεγχος στα ΜΜΕ, ιδίως μετά και την εξαγορά του ομίλου Ντογάν από φίλο του, έγινε σχεδόν απόλυτος. Στις τηλεοράσεις και τις εφημερίδες, ο Ερντογάν κυριαρχεί. Η αντιπολίτευση είναι απούσα. Η Μεράλ Ακσενέρ είναι κομμένη από τη συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ. Ο ηγέτης και υποψήφιος του φιλοκουρδικού κόμματος, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, διεξάγει την προεκλογική του εκστρατεία από τη φυλακή. Η εφορευτική επιτροπή των εκλογών είναι έτοιμη να δεχτεί, αν χρειαστεί, να καταμετρηθούν και αθεώρητα ψηφοδέλτια, όπως και στο περσινό συνταγματικό δημοψήφισμα,  αυξάνοντας τις υποψίες για νοθεία.

Παρόλα αυτά, η προεκλογική εκστρατεία των ισλαμιστών του Ερντογάν δεν πάει καλά. Καταρχήν, η συνεχιζόμενη διολίσθηση της τουρκικής λίρας αυξάνει τον πληθωρισμό, φτωχαίνει τον τουρκικό λαό και υπενθυμίζει το εύθραυστο του τουρκικού οικονομικού θαύματος, πάνω στο οποίο ο Ερντογάν στήριξε την πολιτική του κυριαρχία. Με τις ανερμάτιστες δηλώσεις του, ο Ερντογάν επέτεινε το πρόβλημα και υπενθύμισε τον απρόβλεπτο και ενίοτε αυτοκαταστροφικό του χαρακτήρα, κάτι που ενοχλεί πολλούς Τούρκους.

Η αντιπολίτευση, για πρώτη ίσως φορά από το  2002, φαίνεται να αντιδρά έξυπνα. Οι υποψήφιοι της έχουν λαϊκό έρεισμα. Ο Μουχαρέμ Ιντσέ των Κεμαλιστών είναι θρησκευόμενος και συμπαθής. Η Ακσενέρ, αν και το κόμμα της Iyi ιδρύθηκε πριν μερικούς μόλις μήνες, καταγράφει διψήφια ποσοστά αποδοχής και προσελκύει πολλούς εθνικιστές και δεξιούς ψηφοφόρους που ανησυχούν για τον αυταρχισμό του Ερντογάν και διαφωνούν με τη συνταγματική αλλαγή. Παρά τις λυσσαλέες κυβερνητικές επιθέσεις, το φιλοκουρδικό κόμμα φαίνεται να ξεπερνά το όριο του 10%, να μπαίνει στη βουλή και να δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την αυτοδυναμία των ισλαμιστών-εθνικιστών.

Ο Ερντογάν άλλαξε αίφνης τον εκλογικό νόμο για να διευκολύνει την είσοδο του αποδυναμωμένου συμμάχου του Μπαχτσελί στη βουλή, ως μέρος ενός ευρύτερου φιλο-ερντογανικού συνασπισμού. Το αποτέλεσμα ήταν η αντιπολίτευση να εκμεταλλευτεί τη διάταξη, να ξεπεράσει τις διαιρέσεις της και να σχηματίσει τον δικό της αντι-ερντογανικό  συνασπισμό, Κεμαλιστών-Ακσενέρ και κάποιων μικρών κομμάτων, που μαζί με τους Κούρδους ενδέχεται να έχει την πλειοψηφία στην επόμενη βουλή, καθιστώντας τον παντοδύναμο συνταγματικό Πρόεδρο Ερντογάν ανήμπορο να ψηφίσει νόμους και προϋπολογισμό. Θα πρόκειται για μεγάλη ειρωνεία αν οι συνταγματικές αλλαγές οδηγήσουν στη διάσπαση της τουρκικής πολιτικής ενώ είχαν διαφημιστεί ως αναγκαίες για τη συσπείρωσή της.