Ο Πρόεδρος του Σύριζα, Αλέξης Τσίπρας, προέβη στο ακόλουθο τουίτ: “Το μήνυμα της διεθνούς κοινότητας για τις εξώσεις παλαιστινιακών οικογενειών και τη βία ενάντια στους διαδηλωτές στο Τέμενος Al-Aqsa, πρέπει να είναι ξεκάθαρο. Το Ισραήλ πρέπει να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο και να ξεκινήσουν άμεσα αξιόπιστες συνομιλίες για λύση δύο κρατών.”
Η δήλωση συγχέει την αποπομπή κάποιων Παλαιστινίων από μια συνοικία της ανατολικής Ιερουσαλήμ, που δεν έχει γίνει, καθώς η υπόθεση εκκρεμοδικεί στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ, με τους διαδηλωτές που επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν τον χώρο του ιερού τεμένους του Αλ Ακσά για να συγκρουστούν με την αστυνομία.
Η υποκίνηση των επεισοδίων είναι προφανής και συνδέεται ευθέως με την αναβολή, για μια ακόμα φορά, των εκλογών στα παλαιστινιακά εδάφη. Άλλωστε, η Τουρκία έσπευσε και να τα υποδαυλίσει και να τα εκμεταλλευτεί. Εντύπωση προκαλεί η απουσία από τη δήλωση Τσίπρα οποιασδήποτε αναφοράς στην εκτόξευση πυραύλων από τη Χαμάς εναντίον του Ισραήλ.
Η ανακριβής και μονόπλευρη δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον εκθέτει διπλά. Πρώτον, γιατί τον εμφανίζει να μην αντιλαμβάνεται τα πραγματικά περιστατικά. Δεύτερον, γιατί τον καθιστά ανακόλουθο με την κυβερνητική του θητεία. Μετά το φλερτ του με το Ισραήλ ως πρωθυπουργός, επιχειρεί να ξανασυνδεθεί με την αντι-ισραηλινή παράδοση του χώρου του, υπέρ των Παλαιστινίων. Αποκαλύπτεται, όμως, έτσι, ως παντελώς αναξιόπιστος.
Ως πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ελλάδας-Ισραήλ, οφείλω να ξεκαθαρίσω το αυτονόητο: η κατάσταση στην Ιερουσαλήμ είναι περίπλοκη. Το Ισραήλ έχει δικαίωμα στην άμυνά του. Η εργαλειοποίηση λατρευτικών χώρων από ακραία στοιχεία είναι απαράδεκτη. Η εκτόξευση πυραύλων είναι μια επικίνδυνη κλιμάκωση. Η Ελλάδα κάλεσε όλα τα μέρη να δείξουν αυτοσυγκράτηση και να αποφευχθεί, πάση θυσία, οποιαδήποτε αιματοχυσία, ιδίως σε βάρος άμαχων πολιτών και παιδιών.
Η επίλυση του Παλαιστινιακού θα ενισχύσει την ασφάλεια και τη σταθερότητα ολόκληρης της πολύπαθης Μέσης Ανατολής και θα αφαιρέσει ένα εργαλείο από τα χέρια τυχοδιωκτών, όπως ο Ερντογάν, ενώ θα συνεισφέρει στην περαιτέρω προσέγγιση Αράβων και Ισραηλινών, υπέρ της ειρήνης και της ανάπτυξης όλης της περιοχής.