Η ταπείνωση της Βρετανίας

16.1.2019

Η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Τερέζα Μέι, και η κυβέρνησή της υπέστησαν μια ταπεινωτική ήττα χθες. Το βρετανικό κοινοβούλιο απέρριψε με συντριπτική πλειοψηφία, τη μεγαλύτερη στην πρόσφατη βρετανική πολιτική ιστορία, τη συμφωνία της κυβέρνησης για το Brexit.

118 Συντηρητικοί βουλευτές, μαζί με σύσσωμη την αντιπολίτευση και το συνεργαζόμενο κόμμα των Βόρειο-ιρλανδών βρετανόφιλων, την καταψήφισαν. Η βρετανική κυβέρνηση έσπευσε να καθησυχάσει τις αγορές ότι θα κάνει ότι είναι απαραίτητο για να υπάρξει συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε το τελικό διαζύγιο να έχει το μικρότερο δυνατό οικονομικό κόστος. Στο μεταξύ, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης και ηγέτης των Εργατικών, Τζέρεμυ Κόρμπιν, έσπευσε να καταθέσει πρόταση μομφής εναντίον της κυβέρνησης, η οποία αναμένεται να απορριφθεί σήμερα το βράδυ.

Η Βρετανία έμπλεξε. Διεξήγαγε ένα αχρείαστο δημοψήφισμα, το αποτέλεσμα του οποίου αιφνιδίασε το βρετανικό κατεστημένο. Στη συνέχεια, η νέα κυβέρνηση της Μέι προχώρησε στην ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Συμφωνίας της Λισσαβόνας για την αποχώρηση από την Ε.Ε., χωρίς ωστόσο να έχει καταλήξει στη στρατηγική που θα ακολουθούσε. Βρέθηκε έτσι να διαπραγματεύεται με τις Βρυξέλλες χωρίς να έχει εξασφαλίσει τα νώτα της στο εσωτερικό των Συντηρητικών και, εν ολίγοις, να διαπραγματεύεται με τον εαυτό της, παρά με τους Ευρωπαίους.

Αντίθετα, οι Ευρωπαίοι παρέμειναν ενωμένοι και αμετακίνητοι στις βασικές τους θέσεις, τις οποίες και τελικά επέβαλαν στη συμφωνία που χθες το βράδυ απέρριψε πανηγυρικά το βρετανικό κοινοβούλιο και από τις οποίες δύσκολα θα υποχωρήσουν. Επιπλέον, η Μέι προκήρυξε τις αχρείαστες πρόωρες εκλογές το 2017, στις οποίες έχασε την πλειοψηφία της, περιπλέκοντας ακόμα περισσότερο τη θέση της. Τέλος, η αντιπολίτευση παραμένει και η ίδια διχασμένη καθώς τα μέλη των Εργατικών και η μεγάλη πλειοψηφία των βουλευτών τους τάσσεται υπέρ της παραμονής της χώρας στην Ε.Ε. αλλά ο Κόρμπυν και αρκετοί παραδοσιακοί ψηφοφόροι του κόμματος στη βόρεια Αγγλία είναι ευρω-σκεπτικιστές.

Πρόκειται για το απόλυτο αδιέξοδο καθώς δεν φαίνεται να υπάρχει πλειοψηφία στο κοινοβούλιο για καμία πρόταση, ούτε για ένα Brexit χωρίς συμφωνία, ούτε για ένα νέο δημοψήφισμα, ούτε, βέβαια, για μια συμφωνία. Η πλειοψηφία θέλει μια συμφωνία αλλά δεν μπορεί να συμφωνήσει τι είδους συμφωνία θα είναι αυτή. Ένα δεύτερο δημοψήφισμα δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, θα χρειαστεί χρόνο για να οργανωθεί, θα ξεσηκώσει τους οπαδούς του Brexit και κανείς δεν ξέρει ούτε μπορεί να συμφωνήσει στο ερώτημα, από το οποίο θα εξαρτηθεί και η έκβασή του.

Ο χρόνος τελειώνει κι αν κάτι δεν αλλάξει η Βρετανία θα βρεθεί εκτός Ε.Ε. χωρίς συμφωνία στις 29 Μαρτίου, οπότε και λήγει η διετία που προβλέπει το άρθρο 50. Αρχίζει και φαντάζει ως ολοένα και πιο πιθανή, η αίτηση του Λονδίνου για παράταση της προθεσμίας, κάτι που θα αποτελεί ταπείνωση για την άλλοτε περήφανη Γηραιά Αλβιώνα που ήθελε να παριστάνει ότι η Ευρώπη την έχει περισσότερο ανάγκη από ότι η ίδια εκείνη.

Η ιλαροτραγωδία του Brexit που έχει εξαντλήσει τη βρετανική πολιτική ζωή εδώ και τρία χρόνια υπογραμμίζει τα αδιέξοδα του λαϊκισμού. Μια πολύ σοβαρή χώρα, με την ισχυρότερη κοινοβουλευτική παράδοση στον κόσμο και πολιτικά ήθη που ξεχωρίζουν για τη μετριοπάθεια και τον ρεαλισμό τους, σπαράσσεται, διασύρεται και πελαγοδρομεί χωρίς διέξοδο στα αδιέξοδα του Brexit.

Το πάθημα της Βρετανίας είναι μάθημα για όλους τους επίδοξους μιμητές. Ο λαϊκισμός εύκολα, ανέξοδα και απερίσκεπτα απορρίπτει χωρίς όμως να προτείνει πρακτικές λύσεις στα προβλήματα που επισημαίνει. Το ίδιον του λαϊκισμού είναι η άρνηση αλλά με την άρνηση δεν κυβερνώνται οι χώρες, χρειάζεται και η κατάφαση. Τα περήφανα «όχι» ενίοτε είναι πολύ ακριβά, όπως η ελληνική εμπειρία του 2015 απέδειξε περίτρανα.