17.12.2018
Για αρκετούς αναλυτές, οι ελληνο-αμερικανικές σχέσεις δεν βρέθηκαν ποτέ σε καλύτερο επίπεδο. Με συνεχείς δηλώσεις του, ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα επαινεί την Ελλάδα και την κυβέρνησή της για την πολιτική της.
Στο μεταξύ, ένα πολύ ενδιαφέρον περιφερειακό «σύστημα ασφάλειας» αναδύεται στην Ανατολική Μεσόγειο μεταξύ της Ελλάδας, της Κύπρου, του Ισραήλ και μιας σειράς από «μετριοπαθείς» αραβικές χώρες, όπως η Αίγυπτος και η Ιορδανία. Το σύστημα αυτό έχει να κάνει με την ανακάλυψη και την ανάγκη εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων αλλά και με ευρύτερες πολιτικές και αμυντικές ανάγκες. Υποστηρίζεται δε τόσο από τους Ευρωπαίους όσο, κι αυτό είναι το σημαντικότερο, από τις ΗΠΑ.
Οι εξελίξεις αυτές δημιουργούν νέα δεδομένα για την ελληνική εξωτερική πολιτική και αναβαθμίζουν τον γεω-στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας. Πίσω από αυτές βρίσκεται ένας ηγέτης, χωρίς τον οποίο δεν θα ήταν εφικτές: ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Για την Ουάσιγκτον, τόσο του Ντόναλντ Τραμπ όσο και των Δημοκρατικών, η Τουρκία του Ερντογάν δεν είναι πια φίλη. Αυτό λέγεται και γράφεται σε όλους τους τόνους σήμερα στην αμερικανική πρωτεύουσα. Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει καλλιεργήσει τον αντιαμερικανισμό στην Τουρκία όσο κανένας Τούρκος ηγέτης στο παρελθόν.
Η επιδείνωση στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις και η αλλαγή υποδείγματος έχει να κάνει με μια σειρά λόγους. Μια σημαντική αιτία είναι η σύγκρουση της πολιτικής του Ερντογάν με την αμερικανική πολιτική στην πάντα ευαίσθητη Μέση Ανατολή. Αυτή η σύγκρουση αφορά τη Συρία και την κάθετη αντίθεση των Τούρκων στην αμερικανική υποστήριξη των Κούρδων της περιοχής αλλά και τις ευρύτερες και υπέρμετρες φιλοδοξίες του Ερντογάν, ο οποίος εμφανίζεται να θέλει να ηγηθεί των σουνιτών μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής.
Ο καταλύτης ήταν το πραξικόπημα του στρατηγού Αλ Σίσι στην Αίγυπτο και η ανατροπή της κυβέρνησης των Αδελφών Μουσουλμάνων το 2013. Η Τουρκία καταδίκασε με σφοδρότητα το πραξικόπημα, εγκάλεσε τους Δυτικούς για υποκρισία και έδωσε καταφύγιο στους εξόριστους ηγέτες των Αδελφών Μουσουλμάνων ενώ, στην πορεία, αναδείχθηκε ως ο βασικός εκπρόσωπός τους ευρύτερα στη Μέση Ανατολή. Αυτό την έφερε σε μεγάλη αντιπαράθεση με όλα τα «μετριοπαθή» και συντηρητικά καθεστώτα της περιοχής, με εξαίρεση το μικρό Κατάρ.
Αντίθετα, η Ελλάδα υποστήριξε από την αρχή και χωρίς ενδοιασμούς τη νέα αιγυπτιακή κυβέρνηση. Μάλιστα, η Ελλάδα πρωτοστάτησε στην ευνοϊκή υποδοχή του πραξικοπήματος, το οποίο είχε ευρεία λαϊκή υποστήριξη, στις Βρυξέλλες.
Όλα αυτά, μαζί με την ανακάλυψη σημαντικών αποθεμάτων υδρογονανθράκων, τα οποία μπορεί να συμβάλουν στην ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, διαμόρφωσαν το σκηνικό μέσα στο οποίο κινείται μια ενδιαφέρουσα αναδιάταξη στην κρίσιμη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, με πολύ σημαντικές συνέπειες για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας και της Κύπρου.