- Πώς βλέπετε τις σχέσεις της χώρας μας με την Τουρκία;
Οι σχέσεις μας με την Τουρκία περνούν μια δύσκολη φάση. Ζούμε μια περίοδο διαρκούς όξυνσης από τη μεριά της Τουρκίας. Οι όποιες ελπίδες είχαν καλλιεργηθεί, μετά το Ελσίνκι, για εξομάλυνση έχουν πλήρως διαψευσθεί τα τελευταία χρόνια, με την υιοθέτηση του «δόγματος της γαλάζιας πατρίδας» από τον Πρόεδρο Ερντογάν και τη στροφή του προς έναν επιθετικό αναθεωρητισμό στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και του Καυκάσου, αλλά κατεξοχήν έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου.
Δεν βλέπω καθόλου εύκολη τη λύση στη βασική διαφορά που χωρίζει τις δύο χώρες: το ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Η απόσταση που μας χωρίζει είναι πολύ μεγάλη και διαρκώς διευρύνεται με πρωτοβουλία της Άγκυρας. Το καλύτερο που μπορεί να προσβλέπει κανείς είναι μια συντηρητική διαχείριση της ελληνο-τουρκικής διαφοράς με μείωση της έντασης και προσπάθεια αξιοποίησης των όποιων ευκαιριών παρουσιάζονται στον χώρο της οικονομίας, του εμπορίου, των επενδύσεων και της κοινωνίας των πολιτών.
- Πού πιστεύετε ότι θα το φτάσει ο Ερντογάν; Να είμαστε έτοιμοι ακόμη και για ένα θερμό επεισόδιο προκειμένου να κερδίσει πόντους στις εκλογές;
Ο Ερντογάν κρατάει όλες τις επιλογές του ανοικτές. Συντηρεί μια διαρκή ρητορική όξυνση με διαρκείς επιθέσεις, ακόμα και προσωπικές και έξω από κάθε διπλωματικό πρωτόκολλο, και περιμένει να δει πώς θα εξελιχθεί η διαπραγμάτευσή του με τους Αμερικανούς από τη μια, αλλά και στο εσωτερικό, με την οικονομία, τη δημοφιλία του και την όποια διάσπαση της αντιπολίτευσης επιδιώκει. Εάν επιβεβαιωθεί τόσο το διπλωματικό του αδιέξοδο με τους Αμερικανούς, όσο και το εσωτερικό πολιτικό του αδιέξοδο, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να επιδιώξει μια κρίση στο εξωτερικό για την εξυπηρέτηση εσωτερικών εκλογικών σκοπιμοτήτων. Το κρίσιμο διάστημα είναι ίσως μετά τις πρώτες εκλογές με απλή αναλογική στην Ελλάδα, κάποια στιγμή την άνοιξη του ’23, μέχρι τις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία στα μέσα του καλοκαιριού του ίδιου έτους, όταν ενδεχομένως υπάρχει μια αστάθεια και κυβερνητική αδυναμία από ελληνικής πλευράς.
- Θα λέγατε ότι οι δεσμοί Τουρκίας – Ρωσίας έχουν δυναμώσει ενώ με τις ΗΠΑ κρέμονται σε τεντωμένο σχοινί; Και ποιος ο δικός μας ρόλος;
Η Τουρκία έχει μπει σε μια πορεία αυτονόμησης από τη Δύση, το ΝΑΤΟ και την Αμερική. Επιδιώκει δε αυτή η αυτονομία να της αναγνωριστεί από τους Αμερικάνους ως «μεγάλη δύναμη» στην περιοχή, που θα συμπορεύεται με τη Δύση a la carte, όποτε η ίδια το θέλει και το αποφασίζει. Αυτή η διαδικασία αυτονόμησης στο εξωτερικό συνοδεύεται με τη στροφή προς τον αυταρχισμό στο εσωτερικό. Όσο η Τουρκία απομακρύνεται από τη δημοκρατία, τόσο απομακρύνεται κι από τη Δύση και τανάπαλι.
Και όλα αυτά μαζί τη φέρνουν πιο κοντά στη Ρωσία, τόσο γεωστρατηγικά, όσο και οικονομικά. Προφανώς η Τουρκία δεν θέλει να ταυτιστεί με τις επιλογές του Πούτιν και τους μεγάλους κινδύνους που αυτές περικλείουν. Επιδιώκει, ωστόσο, να εκμεταλλευτεί υπέρ της την όλη αναστάτωση, που ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει προκαλέσει.
Για την Ελλάδα τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα, καθώς η χώρα μας, από την πρώτη στιγμή, και για λόγους αρχής και για λόγους συμφέροντος, τάχθηκε με τη δυτική επιλογή της καταδίκης της Ρωσίας για την εισβολή στην Ουκρανία. Η Ελλάδα δεν διακατέχεται από αντι-ρωσικό σύνδρομο, όπως κάποιοι Ανατολικο-ευρωπαίοι εταίροι μας, όμως δεν μπορεί και να συναινέσει στην παραβίαση κάθε έννοιας δικαίου που συντελείται σήμερα στην Ουκρανία. Επιπλέον, η απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση έχει ενισχύσει και αναβαθμίσει τη σχέση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ αλλά και με Ευρωπαίους, όπως η Γαλλία.
- Ας έρθουμε τώρα στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας. Είχατε προβλέψει μήνες πριν ότι δεν θα τελειώσει γρήγορα αλλά θα έχουμε μία σύγκρουση διαρκείας. Και προφανώς είχατε δίκιο. Είμαστε πλέον στον 7ο μήνα της με βαριές οικονομικές και πολιτικές συνέπειες στην Ευρώπη. Τι προβλέπετε για το μέλλον;
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα τελειώσει γρήγορα, αντιθέτως το αμέσως επόμενο διάστημα θα έχουμε κλιμάκωση των συγκρούσεων, μετά την επιτυχή ουκρανική αντεπίθεση στα βόρειο-ανατολικά και ενόψει του χειμώνα που έρχεται, ο οποίος και θα παγώσει για μερικούς μήνες το μέτωπο. Άρα, και οι δυο αντίπαλοι επιταχύνουν τον βηματισμό, προκειμένου να εκμεταλλευτούν τις όποιες ευκαιρίες για (ανα)καταλήψεις εδαφών το αμέσως προσεχές διάστημα. Είναι πολύ δύσκολο για τον Πούτιν να δεχθεί την όποια ήττα του στην Ουκρανία, όπως είναι δύσκολο, και για τον Ζελένσκι, να αποδεχτεί τον ακρωτηριασμό της χώρας του. Και, κατά συνέπεια, οι δύο εμπόλεμοι θα επιμείνουν για ένα διάστημα.
Από κει και πέρα, το κρίσιμο είναι η επιλογή που έχει μπροστά του ο Πούτιν. Αν θα προχωρήσει σε επιστράτευση και κινητοποίηση των μεγάλων πόρων που διαθέτει η ρωσική κοινωνία, με ότι πολιτικό αντίκτυπο στο εσωτερικό μπορεί αυτό να έχει, ή θα επιμείνει να διεξάγει έναν πόλεμο σε βάρος μιας μεγάλης χώρας, 45 εκατομμυρίων, όπως η Ουκρανία, που διαρκώς εξοπλίζεται με σύγχρονα όπλα από τους Δυτικούς, με τον περιορισμένο στρατό και με εθελοντές και μισθοφόρους, που διαθέτει.
- Στην ελληνική επικαιρότητα το θέμα των υποκλοπών πρωταγωνιστεί εδώ και 1 μήνα. Ως γενικός εισηγητής στην ολομέλεια της εξεταστικής επιτροπής για το θέμα των υποκλοπών, τι απαντάτε στον κύριο Ανδρουλάκη; Εχει ευθύνες ο πρωθυπουργός για τις κινήσεις της ΕΥΠ;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι διεπράχθη ένα μεγάλο λάθος, το οποίο ο πρωθυπουργός, από την πρώτη στιγμή, δημοσιοποίησε, παραδέχθηκε και προχώρησε σε διορθωτικές κινήσεις. Τόσο με τις παραιτήσεις του υπηρεσιακού διοικητή της ΕΥΠ, όσο και του πολιτικού της προϊσταμένου, του διευθυντή του γραφείου του. Ταυτόχρονα με την ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας της ΕΥΠ αλλά και τη διερεύνηση της όλης υπόθεσης από τη Βουλή. Άρα, η ευθύνη ανελήφθη. Το ζήτημα τώρα είναι να δούμε τι πήγε στραβά, και πώς αυτό δεν θα επαναληφθεί.
- Θερμό το κλίμα στα ελληνοτουρκικά, θερμό στην πολιτική αλλά η αλήθεια είναι ότι ο ελληνικός λαός αναρωτιέται πώς θα θερμάνει το σπίτι του αυτό το χειμώνα και … την τσέπη του. Η ακρίβεια καλπάζει. Και ναι μεν ανακοινώθηκαν μέτρα στήριξης από τον πρωθυπουργό, ωστόσο και πάλι κάθε νοικοκύρης θα πρέπει να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη του. Πώς θα ανταπεξέλθουμε;
Είναι αλήθεια ότι έχουμε μπροστά μας μια μεγάλη δυσκολία και μια πρόκληση να μην επιτρέψουμε η ενεργειακή να γίνει οικονομική και η οικονομική πολιτική κρίση, όπως αυτό απειλείται να συμβεί σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ελληνικός λαός πιέζεται και τα ευάλωτα νοικοκυριά ακόμη περισσότερο. Όμως, έχουμε την τύχη σε σχέση με άλλους, η οικονομία να πηγαίνει πολύ καλά και το 2022 και μάλιστα θα έλεγα ανέλπιστα καλά, με αυτόν τον πολύ υψηλό δείκτη ανάπτυξης του 8%, τη μεγάλη αύξηση των επενδύσεων, των εξαγωγών και τη μεγάλη πτώση της ανεργίας, αλλά και την πολύ καλή πορεία των δημοσιοοικονομικών, παρά τη διαρκή στήριξη που δίνει ο προϋπολογισμός προς την κοινωνία, χάρη στην οικονομική ανάπτυξη. Όλα αυτά δίνουν εργαλεία στο κράτος να μπορεί να ασκεί μια πιο ενεργητική πολιτική στήριξης της κοινωνίας και των ευάλωτων, σε σχέση με αυτό που θα περίμενε κανείς. Το κρίσιμο είναι, να επιμείνουμε στη σημερινή πορεία στήριξης της κοινωνίας εντός των δημοσιοοικονομικών δυνατοτήτων, μεταρρυθμίσεων στην οικονομία που θα απελευθερώνουν δυνάμεις και αξιόπιστης οικονομικής διαχείρισης που να εμπιστεύονται οι αγορές, οι επενδυτές και οι παραγωγικοί φορείς της οικονομίας, ώστε σε αντίθεση με το σύρσιμο που είχαμε την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ, τώρα να έχουμε την πραγματική εκτίναξη του ελατηρίου της οικονομίας μετά το 8,4% το 2021, πάνω από 6% το 2022 ανάπτυξη, κι έτσι να συνεχίσουμε προς όφελος ολόκληρου του ελληνικού λαού.
- Πιστεύετε ότι θα μπορέσει η Δύση να επιστρέψει σε μία κανονικότητα ως προς το ενεργειακό και τις συνέπειές του; Πόσο θα κρατήσει αυτή η ακρίβεια; Θα τη δούμε να γιγαντώνεται κι άλλο;
Η Ευρώπη, όχι κατ’ ανάγκη ολόκληρη η Δύση, διότι τα πράγματα στην Αμερική είναι κάπως διαφορετικά, είναι αντιμέτωπη με το δικό της λάθος. Το μεγάλο λάθος της υπερ-εξάρτησής της από τους ρωσικούς ενεργειακούς πόρους. Κάτι που είχε ξεκινήσει ήδη επί Ψυχρού Πολέμου, εντάθηκε, ωστόσο, την τελευταία δεκαετία, παρά το γεγονός ότι η Ρωσία είχε δείξει την επιθετικότητα της, στη Γεωργία το 2008 και στην Ουκρανία το 2014, και την αναξιοπιστία της ως ενεργειακός εταίρος, ανοιγο-κλείνοντας τη στρόφιγγα κατά καιρούς, κατά το δοκούν. Είχαμε λοιπόν εθιστεί στο φθηνό και άφθονο ρωσικό φυσικό αέριο και τώρα πρέπει, σε πολύ γρήγορο διάστημα, να βρούμε εναλλακτικές.
Ήδη, έχουν γίνει σημαντικά βήματα και τα ρεζερβουάρ φυσικού αερίου στην Ευρώπη, παρά τη διακοπή παροχής από τη Ρωσία, είναι σχεδόν γεμάτα, ενόψει του χειμώνα. Και είναι προφανές, ότι πρέπει να γίνουν μια σειρά από δύσκολες επιλογές, όπως ο περιορισμός της κατανάλωσης, η παράταση της λειτουργίας των πυρηνικών, η επιτάχυνση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ακόμα και η χρήση λιγνίτη και άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή, για ένα διάστημα, όπως, κατεξοχήν, σηματοδοτεί στη χώρα μας η λειτουργία της νέας λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5 της ΔΕΗ, από τα τέλη του χρόνου και μετά.
Νομίζω, ωστόσο, ότι παρά τις δυσκολίες του φετινού χειμώνα, η Ευρώπη έχει τη δύναμη, ως μια πολύ μεγάλη και, εν τέλει, ευέλικτη οικονομία, να ανταπεξέλθει και νομίζω ότι, στον βαθμό που θα αποφευχθούν οι όποιες πολιτικές παρενέργειες, η Ευρώπη μπορεί και πρέπει, παραμένοντας ενωμένη, να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Άλλωστε, μην ξεχνάτε, ότι την Ευρώπη πολλοί την ξέγραψαν με ευκολία και στο παρελθόν, στην κρίση του ευρώ, στην προσφυγική κρίση, στην πανδημική κρίση, και η αλήθεια είναι ότι από κάθε κρίση εξήλθε πιο ισχυρή. Η δε χώρα που αποφάσισε να αναζητήσει την τύχη της εκτός Ευρώπης, η Μεγάλη Βρετανία, μάλλον αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή, παρά προς μίμηση, και άρα, παρά τις μεγάλες δυσκολίες και προκλήσεις, παραμένω συγκρατημένα αισιόδοξος.-