Δημήτρης Καιρίδης στην «Αυγή»

«Έχει γίνει πολύς λόγος για τις ευθύνες της Δύσης και αυτές έχουν γίνει αντικείμενο μεγάλης προπαγάνδας από τον Πούτιν και τους απολογητές του»

Οι ευθύνες της Δύσης δεν συμψηφίζουν ούτε μπορεί να δικαιολογήσουν τα όσα γίνονται σήμερα στην Ουκρανία από τον ρωσικό στρατό, τονίζει στην ΑΥΓΗ της Κυριακής ο Δημήτρης Καιρίδης. Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και βουλευτής Ν.Δ. Βόρειου Τομέα Αθηνών επισημαίνει ότι ο Βλ. Πούτιν είχε προεξοφλήσει τις κυρώσεις και είχε κάνει “τα κουμάντα” του. Αναγνωρίζει το κύμα της κοινωνικής δυσαρέσκειας λόγω των ανατιμήσεων, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να επιμείνει στη στήριξη των καταναλωτών ρεύματος και, κατεξοχήν, στη γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού.

Ο Δ. Καιρίδης εμφανίζεται να λαμβάνει διακριτικές αποστάσεις από την επιλογή του  Άδ. Γεωργιάδη να χρεώσει στην Αριστερά τις ευθύνες για κάθε πρόβλημα της χώρας. «Όλες οι πολιτικές δυνάμεις, ακόμα κι αυτές που δεν κυβέρνησαν, έχουν ευθύνη, σε διαφορετικό βαθμό, για τις διαχρονικές παθογένειες που ταλαιπωρούν τη χώρα» όπως επισημαίνει.

Kύριε Καιρίδη, ποιες είναι οι ευθύνες της Δύσης στην επιδείνωση της ουκρανικής κρίσης; Πώς αξιολογείτε τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας από Ε.Ε. και ΗΠΑ;

Έχει γίνει πολύς λόγος για τις ευθύνες της Δύσης και αυτές έχουν γίνει αντικείμενο μεγάλης προπαγάνδας από τον Πούτιν και τους απολογητές του. Προφανώς υπάρχουν. Αλλά δεν συμψηφίζουν ούτε μπορεί να δικαιολογήσουν τα όσα γίνονται σήμερα στην Ουκρανία από τον ρωσικό στρατό. Η μεγαλύτερη ευθύνη μας είναι ο εφησυχασμός και η γεωστρατηγική αμεριμνησία, ιδίως της Ευρώπης. Είναι ένα συνολικό ευρωπαϊκό έλλειμμα που έχουμε αντιμετωπίσει, κατεξοχήν, εμείς οι  Έλληνες απέναντι στον επιτήδειο γείτονά μας στα ανατολικά.

Οι κυρώσεις δεν μπορεί να εμποδίσουν τον Πούτιν. Τις είχε προεξοφλήσει και είχε κάνει “τα κουμάντα” του. Επιπλέον, χρειάζονται πολύ χρόνο για να λειτουργήσουν και να φανούν οι όποιες συνέπειές τους.  Άρα, από τη φύση τους, δεν αφορούν το άμεσο.  Όμως είναι χρήσιμες στο να αποδείξουν την αποφασιστικότητά της Ευρώπης και της Δύσης, πέρα από τα λόγια. Προφανώς, η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε έναν κόσμο όπου εν μέρει επιστρέφει ο στρατιωτικός καταναγκασμός, δεν μπορεί να ασκεί μια αποτελεσματική εξωτερική πολιτική μόνο με οικονομικές κυρώσεις.

Η κρίση στην Ουκρανία πυροδοτεί ανησυχίες για νέες εκρηκτικές ανατιμήσεις σε ενέργεια και τρόφιμα. Η πλειονότητα των πολιτών εκφράζει στις δημοσκοπήσεις τη δυσαρέσκειά της για το κύμα της ακρίβειας. Πώς πρέπει να αντιδράσει η κυβέρνηση;

Είναι αλήθεια αυτό. Εμείς στην Ευρώπη έχουμε την “ιδιαιτερότητα” να έχουμε κυβερνήσεις που λογοδοτούν στους λαούς τους. Και πληρώνουν υψηλό πολιτικό κόστος για την ακρίβεια, παρ’ όλο που, συχνά, δεν φταίνε γι’ αυτήν. Ο Πρόεδρος Πούτιν ελέγχει ή μπορεί να αγνοεί τη ρωσική κοινή γνώμη. Προφανώς, η Ευρώπη θα πρέπει να αντιδράσει συλλογικά και δυναμικά για να είναι πιο αποτελεσματική στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και, προς αυτή την κατεύθυνση, κινήθηκε έγκαιρα ο  Έλληνας πρωθυπουργός. Αλλά και σε εθνικό επίπεδο θα πρέπει να επιμείνουμε στη στήριξη που δίνουμε στους καταναλωτές ρεύματος και σε με μια σειρά μέτρα και, κατεξοχήν, στη γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού, που έχουμε προαναγγείλει και που θα συμπαρασύρει προς τα πάνω τους μισθούς συνολικά και θα βοηθήσει να αναπληρωθεί μέρος της τρωθείσας αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων.

Όμως, ταυτόχρονα, οφείλουμε να εξηγήσουμε στους Ευρωπαίους πολίτες ότι η προάσπιση της ελευθερίας και του δικαίου έχει κόστος και ότι, ως ελεύθερες και δημοκρατικές κοινωνίες, είμαστε έτοιμοι, με σύνεση αλλά και αποφασιστικότητα, να το καταβάλουμε. Γιατί δεν θέλουμε μια Ευρώπη με “ζωτικούς χώρους” και άλλα εφιαλτικά που κάποιοι, και στη γειτονιά μας, επιχειρούν να ξεθάψουν από το πιο σκοτεινό παρελθόν της ευρωπαϊκής μας ηπείρου.

Η δημοσιονομική σύνεση συνάδει με το γεγονός ότι το Δημόσιο δαπάνησε 6.65 δισ. σε απευθείας αναθέσεις και κλειστές διαδικασίες από την 1.1.2020 έως τις 31.10.21;

Δεδομένου ότι η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση για κατασπατάληση δημόσιου χρήματος σε “ημετέρους”, καλό θα ήταν να καταλήξει σε ένα ποσό. Θα ήταν χρήσιμο προκειμένου να υπάρχει μια ουσιαστική συζήτηση. Ακούσαμε για 5 δισ. ευρώ, ακούσαμε για 7 δισ., μετά κατέβηκε στα 2.7 δισ. και τώρα φαίνεται ότι “έκατσε” η μπίλια στα 6.65 δισ. Με βάση τα επίσημα στοιχεία του ΚΗΜΔΗΣ, την περίοδο 2020-2021, οι απευθείας αναθέσεις του κεντρικού κράτους ήταν 1.7 δισ., ενώ οι απευθείας αναθέσεις φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι 1 δισ. Καλοδεχούμενη η κριτική, καλοδεχούμενος και ο έλεγχος του τρόπου με τον οποίο η κυβέρνηση ξοδεύει τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, αλλά να συμφωνήσουμε ότι οι ατεκμηρίωτες κατηγορίες δεν οδηγούν πουθενά.

Πρόσφατα ο  Άδωνις Γεωργιάδης δήλωσε ότι «για κάθε πρόβλημα της χώρας η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς έχει την ευθύνη», ενώ εγκάλεσε και το ΣτE για την ακρίβεια στο ρεύμα. Αυτές οι τοποθετήσεις ακουμπούν στην πραγματικότητα;

Θα είμαι ειλικρινής.  Όλες οι πολιτικές δυνάμεις, ακόμα κι αυτές που δεν κυβέρνησαν, έχουν ευθύνη, σε διαφορετικό βαθμό, για τις διαχρονικές παθογένειες που ταλαιπωρούν τη χώρα, για μεταρρυθμίσεις που άργησαν ή που δεν έγιναν καθόλου. Η παράταξη της Ν.Δ. μπορεί να αισθάνεται υπερήφανη γιατί οι μεγάλες στρατηγικές επιλογές που υπερασπίστηκε δικαιώθηκαν ιστορικά.

Όσον αφορά τα ζητήματα της ενέργειας, επιτρέψτε μου να γίνω συγκεκριμένος. Η προηγούμενη κυβέρνηση έχει τεράστιες ευθύνες όσον αφορά την κατάσταση του τομέα της ενέργειας στην Ελλάδα. Σε μια περίοδο όπου η παγκόσμια αγορά ενέργειας αλλάζει άρδην, κύριο μέλημα της Αριστεράς ήταν να μην αλλάξει απολύτως τίποτα. Η ΔΕΗ έφτασε ένα βήμα πριν τη χρεοκοπία από την πολλή “κοινωνική πολιτική” του ΣΥΡΙΖΑ (λες και τη χρεοκοπία δεν θα την πλήρωναν οι φορολογούμενοι), καθιστώντας την ανήμπορη να επενδύσει στις ΑΠΕ. Η σύγχυσή της αποδεικνύεται από την αντιφατική στάση της, όντας ενάντια στα αιολικά, υπέρ του περιβάλλοντος και υπέρ της λιγνιτοπαραγωγής, παρ’ όλο που η ίδια τη μείωσε δραματικά.