Έφυγε από τη ζωή ένας τιτάνας της ευρωπαϊκής ιδέας και ένας μεγάλος φίλος της Ελλάδας, ο πρώην Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, Βαλερύ Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν.
Ο Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν, με το πατρίκιο όνομα και στυλ, διακρίθηκε για την ευφυία, τη γοητεία και τον φιλελευθερισμό του. Η πολιτική του διαδρομή χαρακτηρίστηκε από τη διαφοροποίησή του από τον κυρίαρχο, στη γαλλική κεντροδεξιά, γκωλισμό.
Ως ο νεαρότερος υπουργός οικονομικών στην ιστορία της Γαλλίας, τη δεκαετία του 1960 και επί προεδρίας Ζωρζ Πομπιντού, συνέβαλε στην εντυπωσιακή της μεγέθυνση, την ώρα που η γειτονική Μεγάλη Βρετανία έχανε έδαφος.
Κατάφερε να εκλεγεί Πρόεδρος το 1974, κερδίζοντας τους Γκωλικούς στον α΄γύρο και τον σοσιαλιστή Φρανσουά Μιττεράν στον β’. Εισήγαγε μεγάλες φιλελεύθερες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως η νομιμοποίηση των αμβλώσεων, στήριξε την πυρηνική ενέργεια για την παραγωγή ηλεκτρισμού, την εποχή της πετρελαϊκής κρίσης, καθιστώντας τη Γαλλία την πρώτη παραγωγό ηλεκτρισμού από πυρηνική ενέργεια παγκοσμίως, αλλά και μεγάλα έργα, όπως τα τρένα TGV μεγάλης ταχύτητας.
Έγινε γνωστός για την ιδιαίτερη φιλία του με τον Σοσιαλοδημοκράτη Γερμανό Καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ, με τον οποίο προώθησε την ιδέα του νομισματικού συντονισμού που, αργότερα, οδήγησε στη νομισματική ένωση. Αμφότεροι, ευφυείς, έμπειροι στα οικονομικά και ευρωπαϊστές, αντιμετώπισαν ενδοπαραταξιακές αμφισβητήσεις που τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν. Ο Ζισκάρ θεωρήθηκε πολύ φιλελεύθερος από τους Γκωλικούς και ο Σμιτ πολύ δεξιός από τους Σοσιαλοδημοκράτες.
Όμως, σε αντίθεση με τον Σμιτ, που επέστρεψε στο αγαπημένο του Αμβούργο και αφιερώθηκε στη διεύθυνση της Zeit, ο Ζισκάρ δεν εγκατέλειψε την πολιτική και εκλέχθηκε βουλευτής, περιφερειάρχης και ευρωβουλευτής. Το 2003 παρουσίασε, ως επικεφαλής της επιτροπής, το νέο Σύνταγμα της Ευρώπης, το οποίο, ωστόσο, καταψηφίστηκε από τους ίδιους τους Γάλλους και τους Ολλανδούς, δυο χρόνια αργότερα. Πολλές από τις ιδέες του συμπεριλήφθηκαν στη Συνθήκη της Λισσαβόνας το 2009.
Ο Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν υπήρξε ένας ειλικρινής, ένθερμος και συνεπής φίλος της Ελλάδας. Η υποστήριξή του στην ελληνική αίτηση ένταξης στην ΕΟΚ έκαμψε τις αντιστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Γερμανίας. Εν τέλει, η Ελλάδα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, παρά τις εξωτερικές αλλά και τις εσωτερικές αντιδράσεις, εισήλθε στην ΕΟΚ το 1981, πέντε χρόνια νωρίτερα από ότι η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Η προσωπική σχέση του με τον Καραμανλή ήταν στενή και κράτησε μέχρι τέλους, επισκεπτόμενος την Ελλάδα πολλές φορές. Άλλωστε, και ιδεολογικά, εκπροσωπούσε, όπως και ο Καραμανλής, μια εκσυγχρονισμένη και φιλελεύθερη ευρωπαϊκή κεντροδεξιά, προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της δεκαετίας του 1970.
Στις εκλογές του 1981 έχασε από τον Μιττεράν λαβωμένος από το σκάνδαλο των διαμαντιών του Μποκάσα. Το 2010 δήλωσε ότι ίσως βιάστηκε να προωθήσει την ελληνική ένταξη, απογοητευμένος από την πορεία της Ελλάδας, μετά την αποχώρηση, από την αρχή, του αγαπημένου φίλου του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τον οποίο θαύμαζε και εκτιμούσε απεριόριστα.
Όμως, σε όλη του τη ζωή παρέμεινε προσηλωμένος στον οικονομικό εκσυγχρονισμό της Γαλλίας, την κοινωνική της φιλελευθεροποίηση και την ευρωπαϊκή ιδέα. Ο συνδυασμός φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στο εσωτερικό και ευρωπαϊκής ενοποίησης στο εξωτερικό συνεχίζει να αποτελεί πηγή έμπνευσης για τη σύγχρονη φιλελεύθερη ευρωπαϊκή κεντροδεξιά. Υπό αυτή την έννοια, ηγέτες, όπως ο Μακρόν και ο Μητσοτάκης, βρίσκονται πιο κοντά στον “ζισκαρντισμό” από ότι στον γκωλισμό. Ένα πρόσθετο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι αμφότεροι συνεχίζουν την ελληνο-γαλλική συμμαχία του Ζισκάρ με τον Καραμανλή…