Τέσσερα χρόνια μετά την απόφαση του βρετανικού λαού υπέρ του Brexit, το Λονδίνο δεν έχει καταφέρει να συμφωνήσει με τις Βρυξέλλες σε μια εμπορική συμφωνία. Λίγες μέρες πριν την αλλαγή του χρόνου και τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, το εμπόριο μεταξύ των δυο πλευρών κινδυνεύει να βρεθεί στον αέρα.
Από την αρχή, οι Βρετανοί διαπραγματευτές έδειξαν να δυσκολεύονται να κατανοήσουν ότι στην αντιπαράθεση με την Ε.Ε. βρίσκονται σε αδύναμη και όχι σε ισότιμη ή υπέρτερη θέση, όπως η λαϊκιστική ηγεσία τους διαλαλούσε.
Τώρα, στον λαϊκισμό του Brexit, αυτής της ανώφελης και περιττής τραγωδίας, προστίθεται η ανικανότητα του λαϊκισμού. Η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον τα έχει κάνει θάλασσα στη διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού, αλλάζοντας πολιτική κάθε λίγο. Η εμφάνιση μιας μετάλλαξης του κορονοϊού οδηγεί στην απομόνωση της Βρετανίας, που σε συνδυασμό με ένα σκληρό Brexit πολλαπλασιάζει το οικονομικό κόστος γι’ αυτήν.
Η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε σημαία της να ξανακάνει τη Βρετανία Μεγάλη. Οι επίγονοί της στο σημερινό Συντηρητικό Κόμμα κάνουν ότι μπορούν για να τη γελοιοποιήσουν βραχυπρόθεσμα και να τη ξαναμικρύνουν μακροπρόθεσμα.
Συμφωνία θα υπάρξει αλλά η Βρετανία, που ευημέρησε τόσο πολύ εντός της Ε.Ε. και που από μεγάλος ασθενής της Ευρώπης μέχρι τη δεκαετία του 1970 είχε καταφέρει να βάλει τα γυαλιά στους Γάλλους και, ιδίως, στους Ιταλούς μετά τη δεκαετία του 1980, έχει ήδη υποστεί βαρύτατο πλήγμα