Αν κάτι μου έγινε απολύτως κατανοητό κατά την πρόσφατη επίσκεψή μου στην Ουάσινγκτον, είναι η πολύ ισχυρή παρουσία των ελληνικών θέσεων και απόψεων στο αμερικανικό Κογκρέσο. Παρόλο που στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής την πρωτοβουλία έχει η κυβέρνηση, το Κογκρέσο έχει τη δική του δύναμη ως αυτόνομος πόλος εξουσίας που δεν εξαρτάται από τον Πρόεδρο.
Αυτό που ίσως δεν έχει γίνει απολύτως κατανοητό, στη δημόσια συζήτηση στην Αθήνα και πολύ περισσότερο στην Άγκυρα, είναι το γεγονός ότι στα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου (Ελλάδα, Κύπρος και Ισραήλ), ο Μπομπ Μενέντεζ, ως Πρόεδρος της πανίσχυρης Eπιτροπής Eξωτερικών Yποθέσεων της Γερουσίας, έχει επιβάλει ένα καθεστώς “συναπόφασης”, πράγμα που σημαίνει ότι για οποιαδήποτε απόφαση των ΗΠΑ για την περιοχή μας, θα πρέπει να ερωτάται και να συμφωνεί. Γι αυτό και δεν έγινε η συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν στις Βρυξέλλες, για αυτό και δεν απελευθερώνονται ούτε τα F35 ούτε τα F16 και, γι αυτό, παρά το non-paper του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, επανέρχεται στο τραπέζι ο αγωγός East Med και για τους Αμερικανούς.
Η προσεχείς εκλογές του Νοεμβρίου του 2022 δεν πρόκειται να αλλάξουν αυτόν τον, ευνοϊκό για την Ελλάδα, συσχετισμό. Πρώτον, γιατί οι Δημοκρατικοί έχουν 50% πιθανότητες να διατηρήσουν τον έλεγχο της Γερουσίας. Δεύτερον, γιατί στο ζήτημα αυτό υπάρχει μία διακομματική συναίνεση, και αγαστή συνεργασία με το εβραϊκό λόμπι στη Ουάσινγκτον. Τρίτον, γιατί ο Μενέντεζ, ως αρχηγός της μειοψηφίας (αν οι Δημοκρατικοί χάσουν τις εκλογές), θα παραμείνει εξίσου σημαντικός για τον εκάστοτε ένοικο του Λευκού Οίκου. Αφήστε που, μετά τον Νοέμβριο, το πιθανότερο είναι να βρίσκεται και ο υιός Μενέντεζ στο Κογκρέσο, ως εκλεγμένο μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων!
Κατά συνέπεια, η καλλιέργεια των σχέσεών μας με το αμερικανικό Κογκρέσο αλλά και το ευρύτερο πολιτικό οικοσύστημα της Ουάσινγκτον (δεξαμενές σχέσεις, ΜΜΕ, κλπ) πέρα από την κυβέρνηση, είναι και χρήσιμο και κρίσιμο και απαραίτητο για την εξυπηρέτηση του ελληνικό εθνικού συμφέροντος.