Συνέντευξη στη Ντόρα Κουτροκόη
- Πώς ερμηνεύετε αλλά και πώς ερμηνεύεται τη φράση «έσπασαν οι πάγοι» που χρησιμοποιήθηκε από κυβερνητικές πηγές ως πρώτος σχολιασμός της συνάντησης του πρωθυπουργού με τον κ. Ερντογάν;
Οι ελληνο-τουρκικές σχέσεις δοκιμάστηκαν από την ένταση που προκάλεσε η Τουρκία το 2020. Στη συνάντηση Μητοστάκη-Ερντογάν στη σύνοδο του ΝΑΤΟ αποκαταστάθηκε ένας απευθείας δίαυλος επικοινωνίας και επιβεβαιώθηκε η δέσμευση της Τουρκίας για αποκλιμάκωση. Η φράση περιγράφει ένα πρώτο βήμα σε μια πορεία που φιλοδοξούμε να οδηγήσει στην επίλυση της διαφοράς που μας χωρίζει στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Όμως, η απόσταση με την Τουρκία παραμένει μεγάλη.
- Ο ρεαλιστικός στόχος στην παρούσα φάση είναι να περάσουμε ένα ήσυχο καλοκαίρι; Είναι εφικτό κάτι τέτοιο;
Η Τουρκία δοκίμασε την ένταση και απέτυχε. Επιχείρησε να αιφνιδιάσει και αιφνιδιάστηκε. Η αποφασιστικότητα και η αποτελεσματικότητα της ελληνικής απάντησης σε συνδυασμό με την επανάκαμψη των ΗΠΑ, μετά την εκλογή Μπάιντεν, οδήγησαν τον Ερντογάν σε μια αναθεώρηση. Δεν έχουμε ουσιαστική μετατόπιση στις απαράδεκτες θέσεις της Τουρκίας για την οριοθέτηση αλλά και για μια σειρά από άλλα ζητήματα. Όμως, η πίεση που ασκήθηκε στην Τουρκία και η κακή πορεία της οικονομίας της, ανάγκασαν τον Ερντογάν να «συντονιστεί» με τη νέα εποχή Μπάιντεν για να μην απομονωθεί. Έτσι, φαίνεται πως το φετινό καλοκαίρι θα είναι καλύτερο από το περσινό.
- Κατά την άποψή σας, πέρα από τη δημιουργία ενός κάπως καλύτερου κλίματος, στην ουσία που βοηθούν οι συναντήσεις σε κορυφαίο επίπεδο, όπως αυτή που έγινε τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες;
Η Ελλάδα και η Τουρκία είναι γείτονες. Είναι αναγκασμένες, λόγω της γεωγραφίας, να συνομιλούν. Εμείς είμαστε ειλικρινείς στην επιθυμία μας για επίλυση της διαφοράς που μας χωρίζει. Άλλωστε, το διεθνές δίκαιο μας δίνει όλα τα σχετικά εργαλεία. Το έχουμε κάνει με τους υπόλοιπους γείτονές μας και το έχουν κάνει οι περισσότερες χώρες στον πλανήτη σύμφωνα με τις προβλέψεις του. Η Τουρκία αρνείται να αποδεχθεί το διεθνές δίκαιο. Και επιμένει σε θέσεις που κανείς δεν συμμερίζεται διεθνώς. Με μόνο όπλο την απειλή του εξαναγκασμού.
Είναι κρίμα, και για την Τουρκία, που αυτή η απλή σχετικά διαφορά χρονίζει. Και που εξαιτίας της χάνονται ευκαιρίες για μια αμοιβαία πιο επωφελή συνεργασία. Όμως, ο απόλυτος σεβασμός στην κυριαρχία και τα δικαιώματά μας είναι αδιαπραγμάτευτος. Άρα, ναι έχουμε μια σοβαρή διαφορά με την Τουρκία, την οποία δεν μπορούμε να επιλύσουμε παρά μόνο μέσα από έναν οριοθετημένο διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου.
- Ο σχεδιασμός της Αθήνας έχει εντέλει ως τελικό προορισμό τη Χάγη; Με ποια θέματα ανοιχτά και με ποια όρια έναντι των θέσεων που εκφράζει δημοσίως η Τουρκία;
Η Χάγη είναι και ουσία και ισχυρό επιχείρημα. Η Χάγη προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο που αποτελεί το θεμέλιο της πολιτικής μας έναντι της Τουρκίας. Εμείς πήγαμε στη Χάγη το 1976. Η Τουρκία και τότε και τώρα αρνείται. Αυτό από μόνο του την εκθέτει. Και είναι ένα ισχυρό επιχείρημα έναντι κάθε καλόπιστου τρίτου για να καταλάβει ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με δυο δύσκολους γείτονες αλλά με μια Τουρκία που διεκδικεί την «περιουσία» άλλων που δεν της ανήκει. Η παραπομπή της διαφοράς στη Χάγη προϋποθέτει την υπογραφή συνυποσχετικού που θα περιγράφει το επίδικο. Εκεί δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εκπτώσεων κυριαρχίας. Ούτε βέβαια η παραπομπή μπορεί να περιλαμβάνει οτιδήποτε άλλο πέραν της οριοθέτησης. Δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες και περιοχές αμφισβητούμενης κυριαρχίας στην Ευρώπη του 21ου αιώνα. Και όποιος το ισχυρίζεται είναι υπόλογος για μια προσπάθεια επιστροφής σε ένα σκοτεινό προπολεμικό παρελθόν που όλοι θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας.