O πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα τελειώσει γρήγορα, κάτι που θα φέρει οικονομικές και πολιτικές συνέπειες στην Ευρώπη, εκτιμά ο βουλευτής της ΝΔ και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Δημήτρης Καιρίδης. Φέρνει, δε, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τις γαλλικές εκλογές, τις οποίες χαρακτηρίζει κρίσιμες καθώς όπως αναφέρει «το σίγουρο δεν είναι πια σίγουρο».
Όπως αναφέρει, η επιτυχής αντιμετώπιση του οικονομικού πολέμου στον οποίο έχουμε εμπλακεί με τη Ρωσία, με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, απαιτεί λύσεις που θα είναι αποτελεσματικές και γι’ αυτό ευρωπαϊκές, κάτι το οποίο αποτελεί στοίχημα που οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες έχουν μπροστά τους.
Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις μετά την προχθεσινή ομιλία του Ουκρανού προέδρου στην ελληνική Βουλή, με αφορμή συμμετοχή μέλους του Τάγματος του Αζόφ, κάνει λόγο για «υποκρισία και ο φαρισαϊσμό» καθώς πέρα από την αυτονόητη αντίθεση με κάθε τι νεοναζιστικό εδώ έχουμε το μείζον, που είναι η βαρβαρότητα της ρωσικής εισβολής.
Συνέντευξη στον Γιάννη Παλιούρη
Πλέον αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να διαρκέσει μήνες, ίσως ακόμα και χρόνια. Το ίδιο δήλωσε και ο ΓΓ του NATO, Γ. Στόλτνεμπεργκ. Πάμε σε μία σύγκρουση διαρκείας;
Αυτό φαίνεται. Είναι κάτι που κι εγώ είχα πει από την πρώτη στιγμή όταν διαφάνηκε η αποτυχία της Ρωσίας να τελειώνει γρήγορα με την ουκρανική κυβέρνηση. Έχει δημιουργηθεί μια δυναμική πλέον που ούτε ο Πούτιν μπορεί να υποχωρήσει, γιατί μια ήττα θα έθετε ζήτημα πολιτικής του επιβίωσης, ούτε βέβαια οι Ουκρανοί οι οποίοι έχουν αναθαρρήσει από την επιτυχία της αντίστασής τους, αλλά και ενισχύονται διαρκώς από τη Δύση. Κατά συνέπεια έχουμε μια εμπλοκή η οποία οδηγεί σε μακρά παράταση των εχθροπραξιών, με ό,τι κινδύνους αυτό ενέχει.
Ποιοι κίνδυνοι, λοιπόν, αναδύονται; Και ποιες θα είναι οι συνέπειες στο ενδεχόμενο μιας μακράς διάρκειας σύγκρουσης;
Καταρχάς υπάρχει το ζήτημα αν η σύγκρουση παραμείνει περιορισμένη στην Ουκρανία, διότι όσο παρατείνονται οι εχθροπραξίες υπάρχει το ενδεχόμενο περαιτέρω κλιμάκωσης. Επιπλέον, πάντοτε καραδοκεί ο φόβος ότι ο Πούτιν, εγκλωβισμένος σε ένα αδιέξοδο, ενδεχομένως χρησιμοποιήσει κάτι το αντισυμβατικό, μη συμβατικά όπλα, όπως χημικά ή μικρού βεληνεκούς πυρηνικά, για να κάμψει τους Ουκρανούς και να τους οδηγήσει σε συμβιβασμό.
Ακόμα όμως κι αν αποφευχθούν τα χειρότερα η παράταση των εχθροπραξιών έχει μεγάλες συνέπειες, οικονομικές, οι οποίες με τη σειρά τους φέρνουν πολιτικές στη Δύση και κατ’ εξοχήν στην Ευρώπη.
Τι είδους πολιτικές συνέπειες; Πιθανή άνοδος του λαϊκισμού, για παράδειγμα;
Κρίσιμο είναι τι θα γίνει αύριο, στις γαλλικές εκλογές. Το σίγουρο δεν είναι πια σίγουρο. Αυτή τη στιγμή Μακρόν και Λεπέν είναι στήθος με στήθος στις δημοσκοπήσεις και ένας στους τέσσερις Γάλλους δεν έχει αποφασίσει. Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα η Λεπέν έχει καταφέρει κάτι που δεν το είχαμε ξαναδεί: να σπάσει την περιχαράκωση που μέχρι πρόσφατα είχε η ακροδεξιά και να μπορεί να έχει εφεδρείες για τον δεύτερο γύρο, να εισπράττει ψήφους από παντού, ακόμα και από τους ψηφοφόρους του Μελανσόν. Είναι μια πολύ επικίνδυνη αντίπαλος, δεν είναι η σίγουρα χαμένη που ήταν το 2017.
Στην εκστρατεία της επικέντρωσε τα προβλήματα της καθημερινότητας και της ακρίβειας και έφερε σε πολύ δύσκολη θέση τον γεωστρατηγικά σκεπτόμενο αλλά εμφανιζόμενο ως απομακρυσμένο από τις καθημερινές ανησυχίες του μέσου Γάλλου, πρόεδρο Μακρόν. Μια εκλογή Λεπέν είναι προφανές ότι θα ήταν μια τεράστια επιτυχία για το Κρεμλίνο.
Πώς μπορεί να οικοδομηθεί ανάχωμα απέναντι σε αυτό το σκηνικό; Πώς μπορεί να ανασχεθεί;
Η επιτυχής αντιμετώπιση του οικονομικού πολέμου στον οποίο έχουμε εμπλακεί με τη Ρωσία, με τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Με λύσεις που θα είναι αποτελεσματικές και γι’ αυτό ευρωπαϊκές. Είναι ένα στοίχημα που οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες έχουν μπροστά τους. Προσωπικά παραμένω σχετικά αισιόδοξος, ότι σε αυτόν τον ανταγωνισμό μεσο-μακροπρόθεσμα έχουμε τις απαντήσεις και τις λύσεις. Αλλά οι πολιτικοί κύκλοι είναι στο βραχυπρόθεσμο και εκεί κρίνονται πολλά.
Μετά την προχθεσινή ομιλία του Ουκρανού προέδρου στην ελληνική Βουλή και με αφορμή συμμετοχή μέλους του Τάγματος του Αζόφ υπήρξαν αντιδράσεις. Πώς το σχολιάζετε;
Περίσσεψε η υποκρισία και ο φαρισαϊσμός. Πέρα από την αυτονόητη αντίθεση με κάθε τι νεοναζιστικό εδώ έχουμε το μείζον, που είναι η βαρβαρότητα της ρωσικής εισβολής. Δεν είναι δυνατόν να διασπάται η προσοχή μας και να πέφτουμε τόσο εύκολα θύματα μιας προπαγάνδας που θέλει να εξισώσει το θύμα με τον θύτη, τον επιτιθέμενο με τον αμυνόμενο, τον «βομβαρδιστή» με τον βομβαρδιζόμενο.
Θλίβομαι πραγματικά από ένα σημείο και μετά γιατί όλα αυτά αποδεικνύουν την ηθική χρεοκοπία πολλών πολιτικών δυνάμεων που με ευκολία κουνούν το δάκτυλο και αποδεικνύουν τον καιροσκοπισμό και την αδυναμία τους να ακολουθήσουν αρχές και αξίες που έχει υπηρετήσει ιστορικά η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός.
Έχουμε έναν δοκιμαζόμενο λαό, ο οποίος αντιστέκεται ηρωϊκά και εκτρέπουμε τη συζήτηση, σε μια παραφωνία, σε ένα λάθος, πείτε το όπως θέλετε, προκειμένου να ξεφύγουμε από αυτή την ηθική χρεοκοπία. Αναφέρομαι στα μικρότερα κόμματα που έλειπαν από το κοινοβούλιο αλλά και στην επαμφοτερίζουσα στάση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία με εξέπληξε. Διότι είχε συμφωνήσει σε αυτή τη διαδικασία, περίμενα να χειροκροτήσουν με θέρμη, αντ’ αυτού από την αρχή εμφάνισαν μια εικόνα αγγαρείας. Και μια δυσκολία και δυστοκία να κατανοήσουν την ιστορικότητα της στιγμής. Θλίψη για ένα κόμμα που άσκησε εξουσία και που ως αξιωματική αντιπολίτευση διεκδικεί την κυβερνητική ευθύνη.